Worse again?

ΠΑΛΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ;

 

 

Σε αυτό το τεύχος είχα σκοπό να ξεφύγω από τη γκρίνια.

Είχα όλη την καλή διάθεση να αγνοήσω το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αττικής (το οποίο σχολιάζουν ο καθηγητής Η. Μπεριάτος και ο Γ. Πολίτης στις σελίδες 34 & 35), να παραβλέψω την αποδέσμευση 300 εκατομμυρίων ευρώ από κρατικούς πόρους για την ολοκλήρωση του εγκλήματος του Αχελώου και να γράψω για κάτι θετικό, κάτι ευχάριστο, καλοκαιρινό. Ίσως για το ελπιδοφόρο συνέδριο στην Αθήνα για την προστασία της βιοποικιλότητας (δείτε τα άρθρα του Επιτρόπου Σταύρου Δήμα και του Μ. Γκαίτλιχ στις σελίδες 5 & 37).

Ελάτε όμως που δεν με αφήνουν…

Στις 26 Μαΐου η Διυπουργική Επιτροπή, ανακοίνωσε τη συγχώνευση-κατάργηση 255 φορέων του Δημοσίου, «…για την εξοικονόμηση πόρων, αλλά και για την αποτελεσματικότερη και πιο ευέλικτη λειτουργία του κράτους».

Ο κατάλογος που συνοδεύει την ανακοίνωση είναι εξαιρετικά ενδιαφέρων γιατί δείχνει καθαρά την τεράστια εφευρετικότητα του Δημοσίου να δημιουργεί υπεράριθμους, αλληλοεπικαλυπτόμενους φορείς (πόσοι πρόεδροι, πόσα ΔΣ!) και να τους συντηρεί ή καταργεί ανάλογα με το τι βολεύει.

Σε αυτό τον κατάλογο λοιπόν, μαζί με τους άχρηστους και ανενεργούς υπό κατάργηση φορείς, συμπεριλαμβάνονται και οι 26 Φορείς Διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών που μειώνονται σε 13, σε ένα δηλαδή ανά περιφέρεια. Μάλιστα, δεν καταργούνται οι ίδιοι οι φορείς (μήπως για να αποφευχθεί η γκρίνια από τα αρμόδια όργανα της ΕΕ;) αλλά τα διοικητικά τους συμβούλια, ενώ οι άλλες υπηρεσίες τους συγχωνεύονται. Όταν τα προεκλογικά σποτ του κυβερνώντος κόμματος μιλούσαν για νέες προστατευόμενες περιοχές. Όταν ο πρωθυπουργός κατά το χαιρετισμό του στο συνέδριο του Απριλίου για τη βιοποικιλότητα ανακοίνωσε την δημιουργία τριών νέων ΦΔ (Καστοριά, Όλυμπος).Αυτή είναι η πλέον πρόσφατη μιας μακράς σειράς ενεργειών που δείχνουν τη διαχρονική έλλειψη ενδιαφέροντος και ουσιαστικής βούλησης (οι κακόπιστοι μπορεί να διαβλέψουν και πρόθεση) από πλευράς της Διοίκησης για τη δημιουργία και λειτουργία ενός συστήματος προστατευόμενων περιοχών. Ας δούμε πως έχουν τα πράγματα.Ο νόμος 1650/1986 ήδη προέβλεπε (άρθρο 21, παρ. 2 και 4) τη σύσταση «ειδικών υπηρεσιών», με έδρα κοντά στα προστατευόμενα μέρη για «την αποτελεσματικότερη προστασία και διατήρηση» αυτών. Κύριο αντικείμενό τους θα ήταν η ανά πενταετία κατάρτιση μελέτης της προστατευόμενης περιοχής ώστε να αξιολογούνται τα εφαρμοσθέντα μέτρα προστασίας σε συνδυασμό με τις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Τι πιο λογικό.Μεταγενέστερος νόμος (2052/1992 άρθρο 6, παρ.4) προέβλεπε την ανάθεση της μελέτης και διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών ότι σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, «που έχουν διακριθεί (!) για το έργο τους στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος και διαθέτουν την κατάλληλη επιστημονική και τεχνική υποδομή», με συμβάσεις και κριτήρια κατά υπό «εποπτεία και έλεγχο από το ΥΠΕΩΔ.Ε».

Μια κάπως συγκροτημένη προσπάθεια για την δημιουργία και λειτουργία φορέων διαχείρισης ξεκίνησε μόνο μετά την ψήφιση του νόμου 2742/1999. Τότε επελέγη η μορφή του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία και ελευθερία κατά τη δράση τους και αποδέσμευση από το δημόσιο λογιστικό σύστημα και άλλες σχετικές πολύπλοκες και βραδυκίνητες διαδικασίες (!)..

Παρά, όμως, την αρχική αισιοδοξία με την ίδρυση του ΦΔ Ζακύνθου το 1999 και αμέσως μετά του ΦΔ Σχινιά το 2000,η εξέλιξη ήταν τελείως διαφορετική, καθώς οι επισήμως ανειλημμένες του ΥΠΕΧΩΔΕ προς τους ΦΔ (θεσμικές και οικονομικές) παρέμεναν ανεκπλήρωτες.

Το σημαντικότερο σημείο είναι η εξ αρχής έλλειψη ικανοποιητικής αλλά προπάντων σταθερής χρηματοδότησης. Οι Φορείς εντάχθηκαν στο ΕΠΠΕΡ (Γ’ ΚΠΣ), τα σχετικά όμως κονδύλια άργησαν πολύ να διατεθούν με αποτέλεσμα αρκετοί να μείνουν επί μακρόν ανενεργοί (κάποιοι για χρόνια) και να καθυστερήσει σημαντικά ο εξοπλισμός και η στελέχωσή τους άρα και οι απαραίτητες δράσεις στις περιοχές (καταγραφή, φύλαξη, υλοποίηση προγραμμάτων κ.λπ). Η ανάγκη εξεύρεσης πόρων έχει αναγκάσει αρκετούς ΦΔ να ασχολούνται κυρίως με τη διεξαγωγή διαγωνισμών και αναζήτηση προγραμμάτων αντί για την προστασία και ανάδειξη των περιοχών. Ο πρώτος κύκλος χρηματοδότησης των ΦΔ λήγει στο τέλος του 2009. Αυτό βέβαια σημαίνει και επαναδιαπραγμάτευση όλων των συμβάσεων των εργαζομένων (ευκαιρία για καιροσκοπικές προσλήψεις;) και σίγουρα μεγάλη αναστάτωση στη λειτουργία των φορέων. Πρόσφατα το ΥΠΕΧΩΔΕ ανακοίνωσε την εξασφάλιση πόρων (225 εκατομμύρια) από το ΕΣΠΑ (σημειώστε το αυτό) που θα κάλυπταν τις ανάγκες των φορέων τουλάχιστον μέχρι και το τέλος του 2013.

Άλλη τροχοπέδη είναι η έλλειψη πραγματικών αρμοδιοτήτων και «υποστήριξης» από το αρμόδιο υπουργείο απέναντι στις παραπληροφορημένες τοπικές κοινωνίες και στα κάθε είδους μικρά και μεγάλα συμφέροντα.

Για την αντιμετώπιση κάθε παράνομης ή μη συμβατής πράξης οι φορείς πρέπει να απευθύνονται σε άλλες υπηρεσίες (δασαρχεία, αστυνομία, υπηρεσίες Περιφερειών ή Τοπικής Αυτοδιοίκησης). Οι περιπτώσεις παράνομων δραστηριοτήτων που «καλά κρατούν», παρά κάθε προσπάθεια, είναι αναρίθμητες, σε όλες σχεδόν τις προστατευόμενες περιοχές. Ενδεικτικά δείτε τα άρθρα του Κ. Χατζημπίρου στα τεύχη 122 και 123 για το τι συνέβη με τον ΦΔ του Σχοινιά.

Τέλος, η επιταγή του νόμου (2742/1999, άρθ. 15 παρ. 4) για την τοποθέτηση προέδρων στα διοικητικά συμβούλια με βάση τις «επιστημονικές γνώσεις και εμπειρία σε θέματα προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος» γρήγορα αγνοήθηκε και οι διορισμοί προέδρων γίνονται –ευτυχώς όχι πάντα– με τα γνωστά, κομματικού τύπου, κριτήρια.

Και τώρα έρχεται η Διυπουργική Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής να καταργήσει τους μισούς ΦΔ για να εξοικονομήσει πόρους και να απλοποιήσει τη λειτουργία του Δημοσίου (!).

Όταν οι τηλεοπτικές διαφημίσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ μιλούσαν για προστασία βιοποικιλότητας και οικοσυστημάτων και νέες προστατευόμενες περιοχές.

Όταν το ΥΠΕΧΩΔΕ δηλώνει ότι έχει εξασφαλίσει τη συνέχιση της χρηματοδότησής των ΦΔ μέσα από το Eπιχειρησιακό Πρόγραμμα «Περιβάλλον και Aειφόρος Aνάπτυξη». Το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων της δράσης B2 (περίπου 105 εκατομμύρια ευρώ) αφορά την ενίσχυση των 27 υφιστάμενων φορέων, αλλά και τη δημιουργία 3 νέων (Kαστοριά, Λήμνος και Kάτω Όλυμπος).

Όταν υλοποιείται από το YΠEXΩΔE έργο με προϋπολογισμό ύψους 1 εκατομμυρίου ευρώ με σκοπό την οργάνωση των 27 ΦΔ σε θέματα όπως η φύλαξη, η ευαισθητοποίηση και η διαμόρφωση ενός συστήματος παρακολούθησης. Η μελέτη «Οργάνωση Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών και Σχεδιασμός της πρώτης φάσης λειτουργίας τους» ανατέθηκε σε κοινοπραξία 4 μελετητικών γραφείων και, μόλις στις 18 Μαΐου, οργανώθηκε συνάντηση διαβούλευσης πάνω στο πρώτο σχέδιο των μελετητών, που φυσικά δεν προβλέπει τις νέες εξελίξεις.

Όταν, με τη δημοσίευση του Π.Δ. για το Eθνικό Πάρκο Tζουμέρκων-Περιστερίου-Xαράδρας Aράχθου, δημιουργήθηκε ένας νέος Φορέας μόλις τον Φεβρουάριο, ενώ συζητείτο το συγκεκριμένο μέτρο περικοπής του αριθμού των ΦΔ!

Όταν το ΥΠΕΧΩΔΕ ζητά, από τις αρχές Φεβρουαρίου, από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις να ορίσουν τους νέους εκπροσώπους τους μια και αυτή την εποχή λήγει η θητεία των διοικητικών συμβουλίων των ΦΔ.

Μα κανείς δεν συμβουλεύεται το ΥΠΕΧΩΔΕ; Αυτή είναι η διυπουργική συνεργασία; Και με το κόστος της άχρηστης μελέτης για την οργάνωση των ΦΔ τι θα γίνει; Έτσι γίνεται περικοπή εξόδων;

Κάποιες ασήμαντες λεπτομέρειες, όπως το τι θα γίνει με την περιφέρεια Β. Αιγαίου όπου δεν υπάρχει ΦΔ (θα ιδρυθεί άραγε αυτός της Λήμνου;), τι θα γίνει με τους φορείς που ανήκουν σε 2 περιφέρειες (Όλυμπος, Βίκος-Αώος, Αμβρακικός), τι θα γίνει με το προσωπικό και την έδρα των φορέων, θα ξεκαθαριστούν μέσα στο καλοκαίρι (!) καθώς οι συγχωνεύσεις πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί εντός τετραμήνου, σύμφωνα με την εξαγγελία. Φυσικά χωρίς διαβούλευση, χωρίς συζήτηση με τις ΜΚΟ, χωρίς μελέτη, έτσι, στο πόδι. Και κάτι που θα μπορούσε να έχει και θετικά σημεία (όπως η συγχώνευση διοικητικών υπηρεσιών) θα εξελιχθεί καταστροφικά για την προστασία της φύσης.

Στις περιφέρειες όπου συγχωνεύονται 4 φορείς που καλύπτουν τεράστιες εκτάσεις με ετερόκλητα οικοσυστήματα και διαφορετικές ανάγκες προστασίας, όπως η Ανατολική Μακεδονία-Θράκη (Δάσος Δαδιάς, Δέλτα Έβρου, Δέλτα Νέστου και Λίμνες Βιστωνίδα-Ισμαρίδα, Οροσειρά Ροδόπης), η Κεντρική Μακεδονία (Λίμνη Κερκίνη, Λίμνες Κορώνεια και Βόλβη, Δέλτα Αξιού-Λουδία-Αλιάκμονα, Εθνικός Δρυμός Ολύμπου) και η Ήπειρος (Εθνικοί Δρυμοί Βίκου-Αώου και Πίνδου, λίμνη Παμβώτιδα, Στενά Καλαμά και Εκβολές Αχέροντα, Υγρότοποι Αμβρακικού), ο Θεός να βάλει το χέρι του!

Τα καλύτερα σας τα κράτησα για το τέλος. Ο Πρωθυπουργός στην ομιλία του για το περιβάλλον από την Ψυττάλεια, στις 5 Ιουνίου (!), αναφέρθηκε και στη «θεσμοθέτηση 18 νέων προστατευόμενων περιοχών».

Όσο για την εξοικονόμηση πόρων, οι ΦΔ χρηματοδοτήθηκαν, και θα χρηματοδοτούνται, αποκλειστικά από Κοινοτικούς πόρους (ΕΠΠΕΡ, ΕΣΠΑ) και τα μέλη των διοικητικών τους συμβουλίων είναι άμισθα!

Βγάλτε ότι συμπεράσματα θέλετε. Εγώ κουράστηκα!

Business as usual …

ΠΑΛΙΑ ΜΟΥ ΤΕΧΝΗ …

 

 

Εκτροπή Αχελώου.

Για όσους δε θυμούνται ή δε γνωρίζουν, μια τεράστια περιβαλλοντική παρέμβαση που σχεδιάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ως ολοκληρωμένο έργο αγροτικής ανάπτυξης της Θεσσαλίας. Παρά τις άφθονες μελέτες το έργο ουδέποτε μελετήθηκε επαρκώς και ολοκληρωμένα και ξεσήκωσε αντιδράσεις από πολλές πλευρές. Στην πορεία το έργο κατατμήθηκε, μετασχηματίστηκε και μετονομάστηκε σε υδροηλεκτρικό, ακόμα και περιβαλλοντικό (!) για να επιτύχει χρηματοδότηση από την ΕΕ – μάταια όμως. Ενεπλάκη σε μακρόχρονους δικαστικούς αγώνες μετά από επανειλημμένες προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας εκ μέρους φορέων και ΜΚΟ, στους οποίους συμμετείχε και η ΕΕΠΦ, και ακόμα είναι μακριά από την ολοκλήρωσή του.

Θα περίμενε κανείς ότι, μετά την θύελλα των τεκμηριωμένων αντιδράσεων και την τετράκις (1994, 2000, 2005 και 2006 ) απόρριψη από το ΣτΕ των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων ως ανεπαρκών και μη ολοκληρωμένων, οι αρμόδιες υπηρεσίες (κυρίως του ΥΠΕΧΩΔΕ) θα έπρεπε, αν όχι να αναθεωρήσουν, τουλάχιστον να προβληματιστούν. Αντίθετα, ακόμα προωθούν σθεναρά ένα ξεπερασμένο έργο βασισμένο σε ένα παρωχημένο μοντέλο αγροτικής ανάπτυξης μέσα στο ραγδαία μεταβαλλόμενο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και των διεθνών αγορών. Μάλιστα, τον Ιούλιο του 2006 ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, παρέκαμψε τον ενοχλητικό σκόπελο του ΣτΕ με την ψήφιση τροπολογιών (σε άσχετο νομοσχέδιο) που έκαναν την εκτροπή …νόμο του κράτους (!).

Και όχι μόνο. Με βάση, φαίνεται, την μακρόχρονη εμπειρία από αυτό το έργο, το δημόσιο προωθεί την απόληψη των υδάτων του Νέστου, χρησιμοποιώντας την ίδια λογική, τις ίδιες μεθόδους, αλλά και τις ίδιες μεθοδεύσεις.

Οι παραλληλισμοί με τον Αχελώο είναι αναπόφευκτοι.

Αν και το έργο είναι εμφανώς αρδευτικό (άρδευση 303.000 στρεμμάτων στις πεδιάδες Ξάνθης και Κομοτηνής) παρουσιάζεται ως «έργο αποκατάστασης των υπόγειων υδροφορέων», ενώ επιστρατεύεται και χρησιμοποιείται ευρύτατα και ο μύθος του «χαμένου νερού». Η άποψη αυτή, ότι δηλαδή το γλυκό νερό των ποταμών «πηγαίνει χαμένο» όταν χύνεται «αναξιοποίητο» στη θάλασσα, πρωτοεμφανίστηκε το 1972 στο σχέδιο του Σ. Μαγειρία «Ανάπτυξις της Θεσσαλίας εις Πρώτον Ενεργειακόν, Γεωργοκτηνοτροφικόν και Ποταμοπλοϊκόν Κέντρον της Χώρας» (που αποτέλεσε τη βάση για τα μετέπειτα σχέδια εκτροπής του Αχελώου) και έκτοτε έγινε αγαπημένο επιχείρημα των υπέρμαχων των φραγμάτων και των μεγάλων εγγειοβελτιωτικών έργων. Και είναι, φυσικά, εντελώς ανακριβής.

Η συνεχής και σταθερή παροχή γλυκού νερού είναι απαραίτητη για τη διατήρηση του ποτάμιου και των παραποτάμιων οικοσυστημάτων. Οι αυξομειώσεις της παροχής, με περιόδους μειωμένης ροής και έντονες πλημμυρικές αιχμές που συνεπάγεται η υδροηλεκτρική και αρδευτική λειτουργία των φραγμάτων επηρεάζουν σημαντικά την ιχθυοπανίδα (έχει καταγραφεί μείωση ή και εξαφάνιση των ψαριών κατάντη των φραγμάτων στον Αχελώο, τον Άραχθο, αλλά και τον ίδιο τον Νέστο). Η λεγόμενη «οικολογική παροχή», η διατήρηση δηλαδή μιας ελάχιστης ροής, παρουσιάζεται αναληθώς ως λύση του προβλήματος˙οι υδρολογικές λειτουργίες του ποταμού μπορούν να διατηρηθούν υπό συνθήκες ελάχιστης παροχής αν αυτή παρουσιαστεί έκτακτα, ένα πολύ ξηρό καλοκαίρι ας πούμε, και όχι αν υφίσταται συνεχώς επί πολλούς μήνες κάθε καλοκαίρι, για χρόνια. Επιπλέον, η μείωση της παροχής γλυκού νερού μεταβάλλει την αλατότητα στην περιοχή των εκβολών και την ευρύτερη παράκτια ζώνη, επηρεάζοντας όλους τους οργανισμούς που ζουν εκεί, μειώνει τη μεταφορά θρεπτικών υλών και τη μεταφορά ιζημάτων προς τη δελταϊκή περιοχή και επιτρέπει την «είσοδο» αλμυρού νερού μέσα στο ποτάμι, ενίοτε σε μήκος χιλιομέτρων.

Τα νερά του Νέστου όχι μόνο δεν πηγαίνουν χαμένα αλλά συντηρούν τα δένδρα του Κοτζά Ορμάν, τις λιμνοθάλασσες, τα πουλιά, τα ψάρια και μέσα από αυτά τους κατοίκους της περιοχής. Ήδη υπάρχουν μελέτες που δείχνουν αλλαγές στην οικολογία των πελαγικών αποθεμάτων στο Θρακικό Πέλαγος μετά την κατασκευή των φραγμάτων στο ποτάμι και παρατηρείται αύξηση της παράκτιας διάβρωσης λόγω μείωσης της στερεοπαροχής.

Και το έργο του Νέστου βασίζεται στην ίδια στρεβλή λογική, ότι δηλαδή για να λυθούν τα προβλήματα άρδευσης και υποβάθμισης των υδροφορέων αρκεί μόνον η μεταφορά περισσότερου νερού, ανεξάρτητα από τις επιδράσεις στην περιοχή απόληψης. Έτσι δεν προωθούνται –δεν εξετάζονται καν ως συμπληρωματικά μέτρα ή ως εναλλακτικές λύσεις– η μείωση των απωλειών, η περιστολή της σπατάλης και η αύξηση της αποτελεσματικότητας των αρδευτικών συστημάτων αλλά και η στροφή σε καλλιέργειες με μικρότερες υδατικές απαιτήσεις.

Όπως και στην περίπτωση του Αχελώου, το σχέδιο αγροτικής ανάπτυξης προωθεί τη «βιομηχανική» γεωργία και την εντατικοποίηση των καλλιεργειών, την αύξηση της στρεμματικής απόδοσης με τη βοήθεια λιπασμάτων και αγροχημικών ενώ δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για βιολογική γεωργία ή τοπικά εξειδικευμένες κατευθύνσεις για την παραγωγή γεωργικών προϊόντων ποιότητας. Μεταξύ των άλλων προβλέπεται επέκταση της καλλιέργειας βαμβακιού(!) και άλλων μη ανταγωνιστικών προϊόντων (θυμηθείτε τις συνεχείς κινητοποιήσεις των βαμβακοπαραγωγών για τα προβλήματα του κλάδου τα τελευταία χρόνια) ενώ η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών αναμένεται να οδηγήσει σε υποβάθμιση των εδαφικών και υδατικών πόρων λόγω της αυξημένης μηχανοκαλλιέργειας και της εκτεταμένης χρήσης λιπασμάτων και αγροχημικών που απαιτούν οι καλλιέργειες αυτές. Όλα αυτά βρίσκονται σε αντίθεση με τις τάσεις της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής αλλά και τις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς και θέτουν υπό αμφισβήτηση την αποδοτικότητα και εν τέλει τη σκοπιμότητα του έργου.

Και σε αυτή τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων χρησιμοποιούνται απλουστευτικοί υδρολογικοί υπολογισμοί (βασισμένοι σε «ιστορικά» στοιχεία αμφίβολης αξιοπιστίας που δεν παρουσιάζουν τη σημαντική μείωση της παροχής του ποταμού τα τελευταία 20 χρόνια), γίνεται επιλεκτική χρήση στοιχείων, υπάρχουν ελλείψεις και αντιφατικές παραδοχές, παρατηρείται σύγκρουση μεταξύ αρδευτικής και υδροηλεκτρικής χρήσης των φραγμάτων και δεν λαμβάνεται υπόψη ο ευρύτερος ενεργειακός σχεδιασμός της χώρας, ενώ αγνοούνται τελείως οι κλιματικές αλλαγές(!) καθώς και η πιθανότητα συνεχόμενων ξηρών ετών ή αλλαγής της διαχείρισης του νερού από την πλευρά της Βουλγαρίας, ώστε να προκύψουν …αβίαστα τα επιθυμητά συμπεράσματα.

Τέλος, σε ότι αφορά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις γίνεται εντονότατη προσπάθεια υποβάθμισης των προβλημάτων με διάφορους τρόπους: τίθενται χωρικοί περιορισμοί που αποκλείουν περιοχές μακριά από τα έργα (οι οποίες όμως θα επηρεαστούν έντονα από τη μείωση της παροχής), γίνεται συνεκτίμηση των οικολογικών παραμέτρων με οικονομικούς στόχους, παραβλέπεται το ότι οι ως τώρα παρεμβάσεις στον Νέστο (διευθέτηση κοίτης, κατασκευή υδροηλεκτρικών έργων κ.ά.) οδήγησαν στη σημερινή κακή κατάσταση για τη βελτίωση της οποίας χρηματοδοτήθηκαν ήδη εκτεταμένα έργα αποκατάστασης ενώ δεν συνυπολογίζονται οι αναμενόμενες επιπτώσεις από την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών (αυξημένη κατανάλωση ύδατος τους θερινούς μήνες, αύξηση των εισροών με την μορφή λιπασμάτων και αγροχημικών, κ.ά.).

Κι αν όλα αυτά γίνονταν από κάποια κατασκευαστική εταιρία που είχε συμφέρον να προωθήσει με κάθε τρόπο και κάθε κόστος ένα τέτοιο έργο θα ήταν ίσως κατανοητά. Όταν όμως πίσω τους βρίσκεται το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, και όταν ο υπέρτατος φορέας προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας, το Υπουργείο Περιβάλλοντος (που με την πρόσφατη διαφημιστική εκστρατεία του μεταθέτει το βάρος της προστασίας σε εμάς), όχι μόνο δεν αντιδρά αλλά υποστηρίζει ένθερμα το σχέδιο, κάτι δεν πάει καλά!

Στο πρόσφατο συνέδριο της Εταιρίας μας, όλοι σχεδόν οι ομιλητές, πανεπιστημιακοί, πρόεδροι Φορέων Διαχείρισης, εκπρόσωποι ΜΚΟ, στιγμάτισαν τη διαχρονική αδιαφορία του ΥΠΕΧΩΔΕ για ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος που εκφράζεται έμμεσα μεν αλλά με πολύ απτά αποτελέσματα. Χαρακτηριστικότερο ήταν το σχόλιο του Κίμωνα Χατζημπίρου ο οποίος ανέφερε ότι θα ήταν σωστότερο να λέγεται υπουργείο …ΧΩΔΕ.

Μήπως τελικά πρόκειται για υπουργείο …ΔΕ και απλά «αυτά ξέρουν, αυτά κάνουν»;

 

 

 

 

 

 

The secrets of flight

ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΤΗΣΗΣ.

 

 

Γιατί πετάνε τα πουλιά; Ποιος είναι ο αξιοθαύμαστος μηχανισμός που τους δίνει την δυνατότητα να κυριεύουν τον αέρα και να ξεφεύγουν από τη βαρύτητα που κρατάει εμάς κολλημένους στο έδαφος;

Η δυνατότητα πτήσης επιτρέπει στα πουλιά να ψάχνουν την τροφή τους σε μεγάλες εκτάσεις αλλά και να πιάνουν την τροφή τους στον αέρα. Τους επιτρέπει να μεταναστεύουν σε μικρές ή μεγάλες αποστάσεις για να εκμεταλλεύονται εποχιακές αυξήσεις τροφής ή να απομακρύνονται από περιοχές που η τροφή λιγοστεύει λόγω κλιματικών συνθηκών. Τους δίνει ακόμα τη δυνατότητα αποφυγής θηρευτών και την εξεύρεση ασφαλών θέσεων φωλιάσματος σε άλλως απρόσιτα σημεία. Προσφέρει τέλος έναν επιπλέον τρόπο (ακροβατικές επιδείξεις στον αέρα) για να προσελκύσουν το ταίρι τους.

Για να πετάξουν τα πουλιά έχουν αναπτύξει πολλές φυσικές προσαρμογές.

Φτερά: Τα φτερά είναι φτιαγμένα από κερατίνη (όπως και τα νύχια μας) και κατατάσσονται σε δύο γενικές κατηγορίες. Τα μεγάλα, «άκαμπτα» φτερά με ράχη που χρησιμεύουν για την πτήση (ερετικά ή κωπαία) και μικρότερα φτερά ή πούπουλα που χρησιμεύουν για κάλυψη του σώματος και μόνωση. Το σχήμα και το χρώμα τους, συμπληρωματικά, προσφέρουν καμουφλάζ άρα και προστασία από τους θηρευτές, ή μπορεί να χρησιμεύουν για την προσέλκυση του άλλου φύλλου.

Φτερούγες: Τα επιμηκυμένα οστά των πρόσθιων άκρων (βραχιόνιο, κερκίδα, ωλένη και οστά «άκρου χεριού») σχηματίζουν ένα «ικρίωμα» που υποστηρίζει τα κωπαία φτερά. Οι φτερούγες δεν είναι επίπεδες αλλά κυρτές, σαν αεροτομές, και δημιουργούν άνωση όταν το πουλί φτεροκοπάει ή ανεμοπορεί. Σημαντικότερα για την πτήση είναι τα μεγάλα φτερά που καλύπτουν το άκρο χέρι (ονομάζονται πρωτεύοντα) και είναι αυτά που κυρίως διαμορφώνουν το κυρτό σχήμα της φτερούγας.

Αεροδυναμικό σχήμα: Το σώμα των περισσότερων πουλιών είναι επιμήκες για να περιορίζει την αντίσταση του αέρα.

Μικρό σωματικό βάρος: Τα πουλιά έχουν αναλογικά λιγότερα οστά στο σκελετό τους και πολλά από αυτά, ιδιαίτερα στα μεγαλύτερα είδη, είναι κοίλα ώστε να μειώνεται το βάρος τους.

Ισχυρό μυϊκό σύστημα: Δυνατοί μυς «παράγουν» την ενέργεια που χρειάζεται η πτήση. Οι θωρακικοί μυς, που τραβούν τις φτερούγες προς τα κάτω, είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένοι και αποτελούν το 15-25% του σωματικού βάρους του πουλιού. Οι κορακοειδείς μυς, κατά μήκος του πρόσθιου χείλους της φτερούγας, είναι αυτοί που την σηκώνουν προς τα πάνω και φτάνουν το 10-15% του σωματικού βάρους.

Κατανομή βάρους: Τα κυριότερα όργανα και οι περισσότεροι μυς ενός πουλιού βρίσκονται στο κέντρο του σώματός του ώστε να προσφέρουν ισορροπία και σταθερότητα.

Όραση: Τα πουλιά χρειάζονται οξύτατη όραση και μηχανισμούς αντίληψης του χώρου για να μπορούν να κινούνται και να ελίσσονται με ταχύτητα στον αέρα.

Για να πετάξει, το πουλί τραβά με δύναμη τις φτερούγες του προς τα κάτω, χρησιμοποιώντας τους ισχυρούς θωρακικούς μυς, και μετά τις σπρώχνει προς τα πάνω με τους κορακοειδείς μυς. Οι διαδοχικές αυτές κινήσεις ωθούν το πουλί προς τα εμπρός και δημιουργούν ροή του αέρα πάνω και κάτω από τις φτερούγες. Βάσει των νόμων της Φυσικής, το κυρτό σχήμα της φτερούγας δημιουργεί χαμηλότερη πίεση στο πάνω της μέρος και υψηλότερη από κάτω της. Ο συνδυασμός αυτός δημιουργεί μια συνιστώσα δύναμη με φορά προς τα πάνω που ονομάζεται «άνωση». Όσο πιο μεγάλη η καμπυλότητα της φτερούγας τόσο πιο μεγάλη και η άνωση, αρκεί να μην εμποδίζεται η ροή του αέρα.

Η ενεργητική πτήση (φτεροκόπημα) καταναλώνει σημαντική ενέργεια, είναι όμως η μόνη εφικτή για τα περισσότερα μικρά πουλιά, λόγω του μικρού μεγέθους των φτερούγων τους. Αντίθετα οι πολύ μεγάλες φτερούγες κάποιων ειδών προσφέρουν μεγάλη άνωση και επιτρέπουν την παθητική πτήση. Τα πουλιά αυτά εκμεταλλεύονται τα ανοδικά θερμικά ρεύματα και κερδίζουν ύψος πετώντας κυκλικά (ανεμοπορία). Κατόπιν γλιστρούν με ακίνητες φτερούγες (πλανάρισμα) και καλύπτουν μεγάλες αποστάσεις χάνοντας σιγά-σιγά ύψος.

Τα πουλιά έχουν διαφορετικές πτητικές ανάγκες, ανάλογα με τον τρόπο ζωής τους και τις αεροδυναμικές συνθήκες του περιβάλλοντός τους, και έχουν προσαρμόσει αντίστοιχα το μέγεθος και το σχήμα των φτερούγων τους. Στα 9.703 καταγεγραμμένα είδη πουλιών διακρίνουμε τέσσερεις βασικές κατηγορίες.

Κοντές, στρογγυλεμένες φτερούγες: Είναι ιδανικές για «εκρηκτικό» ξεκίνημα και γρήγορους ελιγμούς, επαρκείς για σχετικά αργή ενεργητική πτήση, αλλά δεν ευνοούν την ανεμοπορία και το αερογλίστρημα. Τέτοιες φτερούγες έχουν τα περισσότερα στρουθιόμορφα και τα δασόβια αρπακτικά όπως το διπλοσάινο.

Μυτερές, μεσαίου μήκους φτερούγες: Αν και πιο αργές στην απογείωση μπορούν να δώσουν απίστευτες ταχύτητες με ενεργητικό φτεροκόπημα και επιτρέπουν κάποιου βαθμού πλανάρισμα. Τέτοιες φτερούγες έχουν τα γεράκια του γένους Falco, οι πάπιες και πολλά παρυδάτια.

Μεγάλες, φαρδιές φτερούγες: Η εκτεταμένη τους επιφάνεια επιτρέπει στα μεγάλα πουλιά να ανεμοπορούν, και να εξοικονομούν ενέργεια αφού δεν χρειάζεται να χτυπούν τις φτερούγες τους. Χαρακτηριστικά είναι τα ανοίγματα μεταξύ των πρωτευόντων (μοιάζουν με τεντωμένα δάχτυλα) που περιορίζουν τους στροβιλισμούς του αέρα και επιτρέπουν πολύ λεπτές διορθώσεις. Τέτοιες φτερούγες έχουν οι γύπες, οι αετοί, οι πελεκάνοι και οι πελαργοί.

Μακριές, στενές φτερούγες: Επιτρέπουν την ιδανική εκμετάλλευση των μικρών αέριων ρευμάτων που δημιουργούνται πάνω από τους ωκεανούς από την «πρόσκρουση» του αέρα στα κύματα. Τέτοιες φτερούγες, που εξαλείφουν σχεδόν την ανάγκη για ενεργητική πτήση, έχουν πολλά θαλασσοπούλια όπως κάποιοι γλάροι, τα θυελλοπούλια και ιδιαίτερα τα άλμπατρος, που μπορούν να αερογλιστρούν χαμηλά πάνω από το νερό για μεγάλες περιόδους.

Ας μην ξεχνάμε, τέλος, ότι υπάρχουν πουλιά που έχασαν την ικανότητα της πτήσης –είτε γιατί είναι πολύ βαριά, όπως η στρουθοκάμηλος (Struthio camelus), είτε γιατί εξελίχθηκαν σε νησιά ή άλλα απομονωμένα περιβάλλοντα όπου δεν υπήρχαν θηρευτές, όπως οι πιγκουίνοι και τα κίβι (Apteryx australis)– αλλά και άλλα ζώα που πετούν, όπως τα έντομα και οι νυχτερίδες.

 

Trivia της πτήσης.

Το βαρύτερο πουλί που πετά: Η ωτίδα του Κόρι (Ardeotis kori) της βορειοανατολικής και νότιας Αφρικής ξεπερνά τα 20 κιλά. Δεύτερος υποψήφιος είναι η Ευρασιατική ωτίδα (Otis tarda) που πλησιάζει και αυτή τα 20 κιλά.

Η μεγαλύτερη πτήση: Ένα ποταμογλάρονο (Sterna hirundo), που δακτυλιώθηκε στη Φινλανδία τον Ιούνιο του 1996, πιάστηκε ξανά στη Βικτωρία της Αυστραλίας τον Ιανουάριο του 1997, έχοντας διανύσει 26.000 χιλιόμετρα (περίπου 200 χιλιόμετρα την ημέρα).

Περισσότερος χρόνος στον αέρα: Τα νεαρά πελαγογλάρονα (Sterna fuscata) φεύγουν από τις αποικίες και πλανώνται στις θάλασσες, κατεβαίνοντας περιοδικά μόνο στη επιφάνεια του νερού. Παραμένουν έτσι στον αέρα επί 3-10 χρόνια, και επιστρέφουν στη στεριά ως ενήλικα για να ζευγαρώσουν.

Οι μακρύτερες φτερούγες: Το περιπλανώμενο άλμπατρος (Diomedea exulans) έχει το μεγαλύτερο άνοιγμα φτερούγων˙ φτάνει τα 3,5 μέτρα. Πολύ κοντά, με πάνω από 3,2 μέτρα είναι και ο κόνδορας των Άνδεων (Vultur gryphus).

Το πιο γρήγορο φτεροκόπημα: Τα κολιμπρί της νότιας Αμερικής χτυπούν τα φτερά τους περισσότερες από 70 φορές το δευτερόλεπτο˙ μπορούν να πετούν ακίνητα επί τόπου ή και προς τα πίσω. Πιο γρήγορο από όλα είναι το Heliactin cornuta, που φτάνει τις 90 φορές το δευτερόλεπτο.

Το μεγαλύτερο ύψος πτήσης: Ένας γύπας του Ρούπελ (Gyps ruepellii) συγκρούστηκε με αεροσκάφος, πάνω από το Αμπιτζάν της Ακτής του Ελεφαντοστού το 1973, σε ύψος 37.000 ποδών (περίπου 12.000 μέτρα).

Το πιο γρήγορο πουλί: Αναμφισβήτητος νικητής είναι ο πετρίτης (Falco peregrinus)˙σε βύθιση από μεγάλο ύψος, όπως όταν καταδιώκει θήραμα ή στις γαμήλιε επιδείξεις του, φτάνει τα 200, ενδεχομένως και τα 260 χιλιόμετρα την ώρα.

 

 

 

Ignorance or intention?

ΑΓΝΟΙΑ Η ΜΕΘΟΔΕΣΥΗ;

 

 

Μέσα στο νοσηρό και απαξιωτικό των πάντων κλίμα του ονομαζόμενου «σκανδάλου του Βατοπεδίου» το ΥΠΕΧΩΔΕ θεσμοθετεί, στις 9/10/2008, με Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) το Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης που περιλαμβάνει και τις επίμαχες περιοχές της Βιστωνίδας. Εκτός από τη Βιστωνίδα στο Πάρκο, που έχει έκταση 727.000 στρέμματα, περιλαμβάνονται η λίμνη Ισμαρίδα και οι θρακικές λιμνοθάλασσες αλλά και οι υγρότοποι του Νέστου.

Η παρέμβαση αυτή προβλήθηκε έντονα στα ΜΜΕ ως «…κίνηση-ματ της κυβέρνησης … που θα θωρακίσει τον περιβαλλοντικό και τον δημόσιο χαρακτήρα των εκτάσεων (της Βιστωνίδας) … αυξάνοντας έως σε απόλυτο (!) βαθμό την προστασία των υγροτόπων διεθνούς σημασίας…» Σύμφωνα με τις δηλώσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ «…για το περιεχόμενο της υπουργικής απόφασης που υπογράφηκε χθες έχει προηγηθεί ευρεία διαβούλευση με την τοπική κοινωνία…» ενώ «…σκοπός (της ΚΥΑ) είναι η αποτελεσματική προστασία, η διατήρηση και η διαχείριση της φύσης και του τοπίου ως φυσικής κληρονομιάς και πολύτιμου εθνικού πόρου στα χερσαία και υδάτινα τμήματα των υγροτόπων και της ευρύτερης περιοχής τους…».

Τα πράγματα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι. Η νέα ΚΥΑ (σημειώστε ότι η προηγούμενη υπουργική απόφαση είχε λήξει το 1999, οπότε έκτοτε, με ευθύνη του ΥΠΕΧΩΔΕ, η προστασία των περιοχών αυτών ήταν …στον αέρα) δεν δίνει προτεραιότητα στις ανάγκες προστασίας, αντίθετα χωροθετεί δραστηριότητες που θα οδηγήσουν σε περιβαλλοντική υποβάθμιση.

Τα σημαντικότερα προβλήματα είναι δύο: Η Λιμνοθάλασσα Βάσοβα και η περιοχή της πρώην «Φωνής της Αμερικής».

Η χερσαία περιοχή της Βάσοβας (μέρος της οποίας είχε χαρακτηριστεί ήδη Βιομηχανική Ζώνη από το 1980) εξαιρείται από το καθεστώς προστασίας (εντάσσεται στη ζώνη Δ) γεγονός που επιτρέπει την επέκταση των μονάδων δεξαμενών υγρών καυσίμων που υπάρχουν εκεί.

Ο χώρος που φιλοξενούσε τη «Φωνής της Αμερικής», μια παραθαλάσσια έκταση 8.000 στρεμμάτων στο ανατολικό τμήμα του Δέλτα του Νέστου, μετά από την απομάκρυνση της αμερικάνικης βάσης παραχωρήθηκε στην Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου. Λόγω της περιορισμένης πρόσβασης και της ήπιας, ως τώρα, χρήσης η έκταση αυτή είναι ένα από τα λιγότερο επηρεασμένα τμήματα του Δέλτα και σημαντικό καταφύγιο άγριας ζωής, ιδιαίτερα των τσακαλιών που έχουν εκεί τον μεγαλύτερο πληθυσμό της χώρας σύμφωνα με στοιχεία του WWF Ελλάς. Με αιτιολογία το «ιδιοκτησιακό καθεστώς» και την παρουσία κτισμάτων στον χώρο η περιοχή αυτή δεν εντάσσεται στη ζώνη υψηλής προστασίας, της οποίας αποτελεί φυσική συνέχεια, αλλά εξαιρείται και το πεδίο μένει ελεύθερο για κάθε είδους «αναπτυξιακή» δραστηριότητα (οι συζητήσεις σε επίπεδο τοπικών φορέων αναφέρουν ξενοδοχεία, συνεδριακό κέντρο, ακόμα και γήπεδο γκολφ).

Η οργισμένη απάντηση του ΥΠΕΧΩΔΕ στην κριτική των περιβαλλοντικών οργανώσεων και κομμάτων της αντιπολίτευσης αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στο φιλόδοξο σχέδιο της δημιουργίας στο χώρο της «Φωνής της Αμερικής» Περιβαλλοντικού Κέντρου Συνεργασίας και Αναφοράς των Προστατευόμενων Περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα υποστηρίζεται από μικρές(!) τουριστικές και αθλητικές εγκαταστάσεις. Όσο για τη σημασία της περιοχής για την άγρια ζωή και την παρουσία του μεγαλύτερου αριθμού τσακαλιών στην Ελλάδα η ανακοίνωση επισημαίνει ότι «…στη Διεύθυνση Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του ΥΠΕΧΩΔΕ και στον Φορέα Διαχείρισης του Πάρκου δεν υπάρχουν σχετικά στοιχεία(!)».

Κύριο θέμα επίσης είναι η συνεχιζόμενη τακτική του ΥΠΕΧΩΔΕ να θεσμοθετεί τα Εθνικά Πάρκα με ΚΥΑ και όχι με Προεδρικά Διατάγματα (ΠΔ), όπως ρητά προέβλεπε ο νόμος 1650/86 για το περιβάλλον (άρθρο 21). Σύμφωνα με το νόμο αυτόν η οριοθέτηση και ρύθμιση χρήσεων των προστατευόμενων περιοχών θα μπορούσε να γίνει κατ’ αρχήν και μέχρις ότου εκδοθεί ΠΔ, με ΚΥΑ διετούς διάρκειας, με δυνατότητα εξάμηνης ή ετήσιας παράτασης σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Το ΥΠΕΧΩΔΕ καθυστέρησε συστηματικά τη σύνταξη και υπογραφή των ΠΔ για τις περισσότερες σημαντικές περιοχές της χώρας και με τον νόμο 2742/1999 (που τροποποίησε άρθρα του 1650/86 και εισήγε το θεσμό των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών) παγίωσε την έκδοση ΚΥΑ για τη θεσμοθέτηση προστασίας. Οι ΚΥΑ φυσικά είναι πολύ πιο «ευέλικτες», συνήθως δεν θίγουν προυπάρχουσες δραστηριότητες και αφήνουν «παράθυρα» και δυνατότητες τροποποίησης, σε αντίθεση με την μεγαλύτερη αυστηρότητα των ΠΔ.

Παράδειγμα η ΚΥΑ που θεσμοθετεί το Εθνικό Πάρκο Αξιού-Λουδία-Αλιάκμονα (περιλαμβάνει τους υγρότοπους των ποταμών Αξιού, Λουδία, Αλιάκμονα και Γαλλικού, την Αλυκή Κίτρους και τη Λιμνοθάλασσα Καλοχωρίου) και υπογράφηκε την 1/12/2008 (εκκρεμούσε από το 2005). Σύμφωνα με αυτήν διατηρείται το καθεστώς απόληψης φερτών υλικών, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή, ακόμα και στην Β ζώνη. Επιπλέον, στην περιφερειακή ζώνη του πάρκου, η ΚΥΑ δίνει τη δυνατότητα μεταλλευτικών και λατομικών δραστηριοτήτων, με σκοπό «την αξιοποίηση κοιτασμάτων μεγάλης  οικονομικής σημασίας», ενώ εξαιρούνται από την υποχρέωση υποβολής νέων περιβαλλοντικών όρων οι δραστηριότητες των οποίων οι άδειες εγκρίθηκαν την τελευταία πενταετία (για εκείνες που βρίσκονται εντός των ζωνών προστασίας και την περιφερειακή ζώνη, οι άδειες θα πρέπει να ανανεώνονται κάθε τέσσερα χρόνια).

Πέρα από τους κινδύνους για την ουσιαστική προστασία των περιοχών αυτών που εγκυμονούν οι ΚΥΑ, διαφαίνεται ένα ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα.

Ο Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος Ιωαννίνων είχε προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας ακύρωση της ΚΥΑ 22943/2003 περί χαρακτηρισμού της χερσαίας και λιμναίας περιοχής της Λίμνης Παμβώτιδας ως περιοχής οικοανάπτυξης. Η συγκεκριμένη απόφαση στερούσε την προστατευόμενη περιοχή της Παμβώτιδας από μια έκταση 5.000 στρεμμάτων προς την περιοχή του Μιτσικελίου και είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις τοπικών οργανώσεων και φορέων.

Το ΣτΕ έκανε δεκτή την προσφυγή και, με την απόφαση 3595/2007, ακύρωσε την ΚΥΑ με το σκεπτικό ότι οι Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις δεν είναι επαρκείς για το χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως προστατευόμενης. Το ΣτΕ τονίζει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει μόνο με την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος κατόπιν εκπόνησης Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης.

Αυτή τη στιγμή εκκρεμεί στο ΣτΕ προσφυγή των κυνηγετικών οργανώσεων κατά της ΚΥΑ που οριοθετεί τις προστατευόμενες περιοχές στο Δέλτα του Έβρου, διότι περιορίζεται η έκταση που επιτρέπεται το κυνήγι. Η προσφυγή αυτή θα εκδικαστεί τον ερχόμενο Φεβρουάριο. Με βάση το δεδικασμένο, εικάζεται ότι το ΣτΕ θα ακυρώσει την ΚΥΑ, όχι επί της ουσίας (για το αν, δηλαδή, θα πρέπει ή όχι να απαγορεύεται το κυνήγι σε κάποιες θέσεις) αλλά επί της αρχής (διότι η ΚΥΑ, ως ήσσονος ισχύος νομοθέτημα δεν επαρκεί για τη θεσμοθέτηση της προστασίας και χρειάζεται ΠΔ).

Αν η πρόβλεψη αυτή επαληθευτεί, το καθεστώς προστασίας κάποιων περιοχών που έχουν θεσμοθετηθεί, όπως η Λίμνη Κερκίνη, ή πρόκειται να θεσμοθετηθούν (Κοτύχι-Δάσος Στροφιλιάς, Δέλτα Καλαμά κ.ά.) με ΚΥΑ βρίσκεται μετέωρο.

Το ερώτημα είναι αν το ΥΠΕΧΩΔΕ αγνοεί το πρόβλημα, ή αν σκόπιμα διαιωνίζει μια ασαφή κατάσταση που θέτει σε κίνδυνο ότι πολυτιμότερο διαθέτει ακόμα η ελληνική φύση.

 

Who has the better eyesight?

ΠΟΙΟΣ ΒΛΕΠΕΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ;

 

 

Πιστεύετε ότι βλέπετε καλά; Μπορείτε να ξεχωρίσετε ένα λαγό από απόσταση δύο χιλιομέτρων; Μπορείτε να παρακολουθήσετε αδιάλειπτα την σπασμωδική πτήση ενός τρομαγμένου πουλιού ενώ κινείστε με ταχύτητα μεγαλύτερη από 100 χιλιόμετρα την ώρα;

Σίγουρα όχι! Γιατί το ανθρώπινο μάτι υστερεί πολύ από τα μάτια των αρπακτικών πουλιών.

Τα μάτια των ιπτάμενων θηρευτών είναι αναλογικά πολύ μεγάλα και καταλαμβάνουν σημαντικό μέρος του κρανίου. Έτσι προσλαμβάνουν πολύ περισσότερο φως, ενώ το οπτικό είδωλο είναι μεγαλύτερο και καλύπτει περισσότερα οπτικά κύτταρα, οπότε η «ανάλυσή» του είναι καλύτερη. Τα αρπακτικά ξεχωρίζουν 8 φορές περισσότερες λεπτομέρειες από εμάς.

Τα αρπακτικά πουλιά «θυμούνται» το μέγεθος κάθε θηράματος και εκτιμούν την απόσταση της λείας τους ανάλογα με το σχετικό μέγεθος του ειδώλου που βλέπουν. Πρέπει λοιπόν να μπορούν να εστιάσουν καθαρά ανεξαρτήτως απόστασης. Το μάτι εστιάζει σε διαφορετικές αποστάσεις με ένα νευρομυϊκό μηχανισμό που λέγεται προσαρμογή – λεπτοί, επιμήκεις μυς μετατρέπουν την καμπυλότητα του οφθαλμικού φακού ανάλογα με τη θέση του αντικειμένου. Τα αρπακτικά έχουν περισσότερους μυς άρα η προσαρμογή είναι γρηγορότερη και ακριβέστερη.

Τα αρπακτικά (κυρίως τα ημερόβια) έχουν ευρύτερο συνολικό πεδίο όρασης από εμάς γιατί τα μάτια τους μάτια των βλέπουν προς τα εμπρός λιγότερο από ότι τα δικά μας. Παρ’ όλα αυτά, η επικάλυψη των οπτικών τους πεδίων (περίπου 90°) πλησιάζει τη δική μας (120°), και η διαφορά αντισταθμίζεται εν μέρει από τη γωνίωση του κερατοειδή και του οπτικού φακού. Όπως και σε μας, η μερική επικάλυψη του αριστερού και δεξιού οπτικού πεδίου τους δίνει στερεοσκοπική όραση άρα και δυνατότητα εκτίμησης της απόστασης (ο εγκέφαλος συγκρίνει τα δύο ελαφρώς διαφορετικά είδωλα και υπολογίζει την απόσταση). Γι’ αυτό, ακόμα και στους πιο απότομους ελιγμούς, το κεφάλι τους μένει πάντα στραμμένο σταθερά προς το στόχο τους.

Στα μάτια μας, το κεντρικό βοθρίο του αμφιβληστροειδή είναι το σημείο με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση οπτικών κυττάρων (ραβδία και κωνία) και εκεί η όραση είναι οξύτερη. Τα αρπακτικά πουλιά έχουν δύο, αναλογικά μεγαλύτερα, βοθρία, κεντρικό και πλευρικό, άρα μεγάλο μέρος του οπτικού τους πεδίου προβάλλεται στα πιο «ευαίσθητα » σημεία του αμφιβληστροειδή. Τα νυκτόβια αρπακτικά έχουν επίσης πολύ αυξημένο αριθμό ραβδίων (τα κύτταρα που είναι ευαίσθητα σε χαμηλό φως).

Τα μάτια των πουλιών έχουν το λεγόμενο οπτικό χτένι (pecten), έναν πτυχωτό ιστό που εκτείνεται από τον αμφιβληστροειδή ως το φακό και τροφοδοτεί με αίμα τους ιστούς του ματιού, μειώνοντας τον αριθμό των αιμοφόρων αγγείων στον αμφιβληστροειδή. Τα αρπακτικά έχουν το πιο ανεπτυγμένο χτένι, συνεπώς πολύ λιγότερα αγγεία που μπορεί να ανακλάσουν ή να σκεδάσουν το φως που φτάνει στα μάτια τους.

Αυτές είναι οι εξελικτικές προσαρμογές που επιτρέπουν στους κυνηγούς των αιθέρων να διακρίνουν μικρά θηράματα σε μεγάλες αποστάσεις, να εστιάζουν γοργά σε διαφορετικές αποστάσεις και να διατηρούν την εστίαση ακόμα και σε καταδίωξη με μεγάλη ταχύτητα και απότομες αλλαγές κατεύθυνσης.

 

Some years later….

ΜΕΤΑ…

 

 

Αυτό τον Αύγουστο (το μεγαλύτερο μέρος του οποίου πέρασα την Αθήνα λόγω υποχρεώσεων) οι συγκρίσεις και οι απολογισμοί είναι αναπόφευκτοι.

Τέσσερα χρόνια μετά, λίγα θυμίζουν την Αθήνα των Ολυμπιακών.

Με εξαίρεση το Δήμο της Αθήνας, η πόλη μας είναι βρώμικη! Στην καθημερινή μου διαδρομή για μπάνιο, τα πεζοδρόμια και η κεντρική νησίδα της παραλιακής, αλλά και οι περιφραγμένοι χώροι των ολυμπιακών εγκαταστάσεων, ήταν γεμάτα σκουπίδια σε πάρα πολλά σημεία και δεν καθαρίστηκαν, τουλάχιστον ως το τέλος Αυγούστου. Ίδια κατάσταση και σε πολλά σημεία του περιφερειακού του Υμηττού, αλλά και σε συνοικιακούς δρόμους. Βρώμικες, επίσης, ήταν και οι περισσότερες ακτές, εκτός των οργανωμένων, ιδιαίτερα σε Γλυφάδα, Βούλα και Καβούρι. Σε κάποια σημεία τα σκουπίδια παρέμειναν, αυξανόμενα, από τα μέσα Ιουλίου ως και το τέλος Αυγούστου, αλλά και σε παραλίες που εμφανώς καθαρίζονταν, οι συμπολίτες μας φρόντιζαν να τα …αντικαταστήσουν αμέσως.

Οι νέες, το 2004, οδικές αρτηρίες ήδη φτάνουν σε σημείο κορεσμού και η συμφόρηση τις ώρες αιχμής είναι συχνή, αν όχι καθημερινή, ακόμα και στην Αττική Οδό. Μόνη φωτεινή εξαίρεση η επέκταση του μετρό.

Όσο για τα περίφημα «Μητροπολιτικά Πάρκα» βρίσκονται κολλημένα στα γρανάζια της γραφειοκρατίας, των απαιτήσεων των διαφόρων εμπλεκομένων φορέων, τη διαχρονική αδιαφορία των κρατούντων για τα περιβαλλοντικά προβλήματα της πρωτεύουσας αλλά, κυρίως, στην έλλειψη πόρων και την ανάγκη του Δημοσίου για έσοδα.

Το Διευρυμένο Νομαρχιακό Συμβούλιο Αθηνών-Πειραιώς έχει ήδη στραφεί κατά των υπουργείων Εθνικής Άμυνας και ΠΕΧΩΔΕ που εμποδίζουν τη δημιουργία του Πάρκου Γουδή, όπως είχε οριοθετηθεί από τη μελέτη του Οργανισμού Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας-ΕΜΠ, και προωθούν την εμπορική συνεκμετάλλευση του χώρου. Είναι ενδιαφέρον ότι, στις 18 Ιουλίου, το θερινό τμήμα της Βουλής ψήφισε νομοσχέδιο του ΥΠΕΧΩΔΕ που προβλέπει την προσθήκη επιπλέον 28.000 τ.μ. κτιρίων για την ανέγερση «Πολιτιστικού Κέντρου της Ελληνικής Αστυνομίας» (ουσιαστικά, όμως, πρόκειται για το νέο Διοικητήριο της Αστυνομίας).

Στο χώρο των Ολυμπιακών εγκαταστάσεων Φαλήρου φύτρωσαν ήδη Village cinemas και Media markt, ενώ στο Πάρκο Φλοίσβου που έχει παραχωρηθεί στο δήμο Π. Φαλήρου καταγγέλλονται παρατυπίες και παράνομες χρήσεις. Το υπόλοιπο τμήμα από τις εγκαταστάσεις του beach volley (που έχουν παραχωρηθεί σε ιδιωτική εταιρεία για να γίνουν «ο Λυκαβηττός(!) της παραλίας») μέχρι το ΣΕΦ, έκτασης 240 στρεμμάτων είναι εγκαταλελειμμένο και θυμίζει χωματερή. Εδώ, σύμφωνα με τον μεταολυμπιακό σχεδιασμό, επρόκειτο να δημιουργηθούν οικολογικό πάρκο και ποδηλατόδρομος. Από την άλλη πλευρά της παραλιακής, στο χώρο του παλιού Ιπποδρόμου θα κατασκευαστούν η Εθνική Λυρική Σκηνή, η Εθνική Βιβλιοθήκη και Πολιτιστικό και Παιδευτικό Πάρκο (έκτασης 160 στρεμμάτων) με δωρεά του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος». Όλα δείχνουν ότι το συνολικό «νέο» πράσινο στην μεγάλη αυτή έκταση κατά μήκος της παραλίας θα περιοριστεί σε αυτό το πάρκο.

Τέλος, το «μεγαλύτερο Μητροπολιτικό Πάρκο της Ευρώπης» στο χώρο του παλιού αεροδρομίου στο Ελληνικό, όπως είχε εξαγγελθεί το 2001 και ξανά προ των Ολυμπιακών αγώνων, παραμένει ακόμα στα χαρτιά, παρά τις συνεχιζόμενες διαβουλεύσεις ετών. Μεγάλες αντιδράσεις, ιδιαίτερα των γύρω δήμων, έχει εγείρει το πλέον πρόσφατο σχέδιο που παρουσίασε το ΥΠΕΧΩΔΕ στο τέλος του 2007. Το σχέδιο αυτό προβλέπει τη δόμηση μικρού μέρους της συνολικής έκτασης, που φτάνει τα 6.500 στρέμματα μαζί με το χώρο του γκόλφ Γλυφάδας, και μετατροπή του υπολοίπου σε πάρκο. Η πρόταση του ΥΠΕΧΩΔΕ χαρακτηρίζεται, από τους περισσότερους φορείς, ως πρόχειρη (χαρακτηριστικά προβλέπει αναλογία μόλις 7 δένδρων και 3 θάμνων σε κάθε στρέμμα, που μάλλον παραπέμπει σε σαβάνα), ασαφής (αναφέρεται δόμηση 300 στρεμμάτων, αν όμως συμπεριληφθούν και τα συνοδά έργα –δρόμοι, χώροι στάθμευσης κ.λπ.– ο «δομημένος» χώρος είναι πολύ μεγαλύτερος) ενώ αφήνει «παράθυρα» για επέκταση της οικοδομήσιμης έκτασης.

Ένα χρόνο μετά, οι συμπολίτες μας λίγο φαίνεται να επηρεάστηκαν από τις πυρκαγιές του 2007, ή από τις καμπάνιες των περιβαλλοντικών οργανώσεων, ΜΜΕ και αρμόδιων φορέων.

Αν και οι πυρκαγιές ήταν φέτος περίπου 25% λιγότερες από πέρσι, ο συνολικός αριθμός στο διάστημα Μαΐου-Αυγούστου πλησίασε τις 5.000 και κάποιες από τις μεγαλύτερες και πιο επικίνδυνες (Ρόδος, Σκόπελος, Οινόη, Βαρυμπόμπη) οφείλονται αποδεδειγμένα σε αμέλεια! Στην Αττική, ιδιαίτερα στα ανατολικά του νομού, υπήρξε σημαντική αύξηση των πυρκαγιών στα περαστικά δάση (102 μόνο στο διάστημα 26 Ιουνίου – 20 Ιουλίου, έναντι 300 σε ολόκληρο το 2007).

Η μεγάλη φωτιά της Ρόδου (κάηκαν πάνω από 50.000 στρέμματα) ανέδειξε απαράλλακτα τα προβλήματα δασοπροστασίας και πυρόσβεσης: πλημμελής καθαρισμός δασών, έλλειψη δρόμων πρόσβασης, προβλήματα συντονισμού, οργανωτικά προβλήματα (ο διοικητής της Πυροσβεστικής αντικαταστάθηκε μέσα στην περίοδο υψηλού κινδύνου),

Ενδεικτική της «ευαισθησίας» μας για τη φύση είναι η σύλληψη στη Ρόδο, ούτε μήνα μετά τη φωτιά, τεσσάρων κατοίκων γειτονικού χωριού που κυνηγούσαν πλατώνια στα καμένα!

Όσο για την αποκατάσταση των περσινών καμένων και εκεί κύριο χαρακτηριστικό είναι η …απραξία.

Η πολυδιαφημισμένη «αναδάσωση» του Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας (της οποίας τη σκοπιμότητα πολλοί αμφισβητούν) με προϋπολογισμό 2,5 εκατομμυρίων ευρώ για τη φύτευση 100.000 δέντρων, κυρίως ελάτων, σε περίπου 4.000 στρέμματα, κατέληξε σε φιάσκο. Το τμήμα Αναδασώσεων της Περιφέρειας Αττικής προκήρυξε το διαγωνισμό για το έργο αναδάσωσης με ….λάθος όρους! Έτσι, η διαδικασία ακυρώθηκε και, εν όψει των δεσμεύσεων, το έργο «έσπασε» σε μικρότερα τμήματα ώστε να επιτρέπεται η απευθείας ανάθεσή τους. Εκταμιεύτηκαν τελικά μόλις 120.000 ευρώ, καλύφθηκε πολύ μικρή έκταση είναι πιθανό μεγάλο ποσοστό των φυταρίων να μην επιβιώσει καθώς φυτεύθηκαν στη λήξη της περιόδου δενδροφύτευσης. Ένα άκαιρο και άχρηστο έργο που έγινε καθαρά για πολιτικές σκοπιμότητες.

Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, 400.000 στρέμματα απειλούνται άμεσα με ερημοποίηση λόγω διάβρωσης στα καμένα της Ηλείας και της Εύβοιας, ενώ άλλα 596.081 στρέμματα κρίνονται ως μετρίου κινδύνου. Τα αντιπλημμυρικά και αντιδιαβρωτικά έργα που έχουν ολοκληρωθεί όμως καλύπτουν ελάχιστο μέρος των καμένων εκτάσεων και μόνο γύρω από την Ολυμπία έχουν κατασκευαστεί σε ικανοποιητικό βαθμό από το Υπουργείο Πολιτισμού.

Ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο υπάρχουν καταγγελίες για καταπάτηση εκτάσεων και εκτεταμένη παράνομη υλοτόμηση καμένων δένδρων, ακόμα και εκείνων που έχουν αρχίσει να ξαναπρασινίζουν, σε κάποιες περιοχές, ενώ είναι λιγοστές οι περιοχές που πάρθηκαν μέτρα για τον περιορισμό της βοσκής στα καμένα. Ιδιαίτερα στο δάσος του Καϊάφα, αναφέρονται πολλά περιστατικά παράνομης υλοτόμησης ενώ υλοποιούνται μικρής έκτασης αναδασώσεις και άλλα έργα, χωρίς να είναι ενταγμένα σε κάποιο, έστω γενικό, σχέδιο αποκατάστασης της δομής και της φυσιογνωμίας της προστατευόμενης περιοχής, ιδιαίτερα στην κρίσιμη φάση της φυσικής αναγέννησης.

Η Πολιτεία φαίνεται πως δεν αδιαφορεί μόνο για το περιβάλλον, αλλά και για τους πολίτες. Η καταγραφή των ζημιών σε καλλιέργειες δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί σε πολλές περιοχές, η προμήθεια ζωοτροφών έχει σταματήσει, δεν έχουν δοθεί αποζημιώσεις για την παραγωγή που καταστράφηκε, οι επιχορηγήσεις για αγροτικά μηχανήματα είναι μικρές, ενώ το αναπτυξιακό πρόγραμμα για την Ηλεία θα …εξαγγελθεί οσονούπω. Από τα 1.488 καμένα σπίτια κτίζονται ή επισκευάζονται μόλις τα 397. Τα μέτρα αποκατάστασης που προώθησε το ΥΠΕΧΩΔΕ «κόλλησαν» στο χαρακτηρισμό πολλών κτισμάτων ως αυθαιρέτων, σε κληρονομικά προβλήματα και στην έλλειψη τίτλων ιδιοκτησίας (πράγμα σύνηθες στην ύπαιθρο) αλλά και στις γραφειοκρατικές απαιτήσεις (όπως η πληρωμή των μελετών για τα νέα σπίτια από τους ιδιοκτήτες). Οι νομοθετικές ρυθμίσεις που θα διευκολύνουν τις διαδικασίες χρηματοδότησης προχωρούν με βραδείς ρυθμούς.

Τέλος, πέρα από την έκτακτη οικονομική ενίσχυση (συνολικού ύψους περίπου 400 εκατομμυρίων ευρώ) που δόθηκε άμεσα στους πυρόπληκτους, μικρή είναι η περαιτέρω συνδρομή του κράτους. Από τα 200 περίπου εκατομμύρια ευρώ που συγκεντρώθηκαν από δωρεές ιδιωτών για την αρωγή των πυρόπληκτων και διαχειρίζεται το Ειδικό Ταμείο Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών έχουν διατεθεί, μετά από ένα έτος, μόλις τα 30. Μάλιστα υπάρχουν σημαντικές αντιδράσεις γιατί περίπου 7 εκατομμύρια δόθηκαν για αντιδιαβρωτικά έργα στην Αρχαία Ολυμπία και το νομό Ηλείας.

Τελικά φαίνεται ότι ούτε τα θετικά αποτελέσματα μιας οργανωμένης προσπάθειας ούτε το σοκ μιας τεράστιας καταστροφής είναι αρκετά για να αλλάξει κάτι σε αυτή τη χώρα.

Water questions …

ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΝΕΡΟ;

 

 

Το πρόβλημα της λειψυδρίας εμφανίζεται και πάλι στη χώρα μας και, τον τελευταίο καιρό, έχει προκαλέσει συζητήσεις, συνέδρια και κινητικότητα από πλευράς πολιτών, οργανώσεων και ΜΜΕ, όχι όμως και των αρμοδίων φορέων.

Παρ΄ότι το ύψος βροχής, σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, παραμένει περίπου σταθερό κατά μέσο όρο τα τελευταία 100 χρόνια, έχουν μειωθεί σημαντικά οι βροχερές ημέρες, ιδιαίτερα μετά το 1980. Αυτό σημαίνει ότι σε μικρό χρονικό διάστημα πέφτει ραγδαία μεγάλος όγκος νερού που δεν προλαβαίνει να απορροφηθεί από το έδαφος. Οι θερμικές εκπομπές των μεγάλων πόλεων (ιδιαίτερα της Αθήνας) ενισχύουν την ένταση των βροχοπτώσεων ενώ ή απογύμνωση τεράστιων περιοχών από τις πρόσφατες πυρκαγιές επιτείνει τα χειμαρρικά φαινόμενα και τη γοργή απορροή.

Η ανισοκατανομή των υδατικών πόρων εντείνει τα προβλήματα, καθώς η δυτική και βόρεια χώρα δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερα προβλήματα, ενώ οι νοτιότερες περιοχές και περισσότερο η Θεσσαλία και τα νησιά του Αιγαίου πάσχουν.

Αξιοσημείωτη και ενδεικτική της αδιαφορίας της πολιτείας και σε αυτόν τον τομέα είναι η μεγάλη (ή σχεδόν πλήρης) έλλειψη αξιόπιστων υδρολογικών στοιχείων για τις περισσότερες περιοχές της χώρας, ακόμα και για περιοχές που «μελετώνται» εδώ και χρόνια, όπως η λεκάνη του Αχελώου και ο Θεσσαλικός κάμπος. Γι αυτό και το υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ φρόντισε να μεταβιβάσει το θέμα της προσαρμογής με την Κοινοτική Οδηγία για τα Νερά στις Περιφέρειες, οι οποίες, για ευνόητους λόγους, δεν μπόρεσαν να υλοποιήσουν μελέτες ολοκληρωμένης διαχείρισης και προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος των λεκανών απορροής και των φορέων διαχείρισής τους.

Ελάχιστες προσπάθειες γίνονται και για τον περιορισμό των απωλειών. Αν και περίπου 80-82% της συνολικής κατανάλωσης αφορά τη γεωργία, τα αρδευτικά δίκτυα στις περισσότερες περιοχές παραμένουν ανοικτά, χωμάτινα και κακοσυντηρημένα, με απώλειες άνω του 50 %. Δεκάδες χιλιάδες ιδιωτικές γεωτρήσεις λειτουργούν αυθαίρετα, χωρίς προγραμματισμό και εξαντλούν τα υπόγεια αποθέματα – σημειώστε ότι, αν και παράνομες, οι περισσότερες ηλεκτροδοτούνται από τη ΔΕΗ. Το πότισμα επίσης γίνεται σε όλες τις ώρες της ημέρας, ακόμα και τις θερμότερες (όποιος έχει διασχίσει καλοκαίρι τον Θεσσαλικό κάμπο το γνωρίζει καλά) όταν το περισσότερο νερό εξατμίζεται και χάνεται.

Τα νησιά του Αιγαίου, που βρίσκονται στη ζώνη με τις μικρότερες βροχοπτώσεις (μειωμένη τροφοδοσία), με μεγάλες θερμοκρασίες, ηλιοφάνεια και ισχυρούς ανέμους (αυξημένη εξάτμιση), ορεινό ανάγλυφο (αυξημένη επιφανειακή απορροή), μικρή έκταση (μειωμένη υδατοσυλλογή) και περιβάλλονται από τη θάλασσα (υφαλμύρωση των υδατικών συστημάτων) αντιμετωπίζουν πλέον οξύ πρόβλημα. Κύρια πηγή κατανάλωσης νερού είναι ο, ιδιαίτερα υδροβόρος, τουρισμός. Στις ανάγκες των 456.000 μόνιμων κατοίκων προστίθενται και 15 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις τουριστών (που απαιτούν πισίνες και γκαζόν) και τις εκτοξεύουν στα 54 εκατομμύρια μ3 ετησίως. Στα περισσότερα νησιά, οι υπόγειοι υδροφορείς έχουν υποβαθμιστεί σοβαρά από εισχώρηση της θάλασσας λόγω της υπεράντλησης νερού.

Τεράστια είναι και η σπατάλη στις αστικές περιοχές, όπου οι απώλειες των δικτύων υπολογίζονται στο 20% περίπου, ενώ η άνοδος του βιοτικού επιπέδου και ο καταναλωτικός τρόπος ζωής παίζουν και αυτά το ρόλο τους – έχουμε πια να γεμίσουμε τόσες πισίνες και να ποτίσουμε τα γήπεδα γκολφ (ένα γήπεδο γκολφ με 18 τρύπες απαιτεί 2,3 εκατομμύρια λίτρα για πότισμα κάθε μέρα!). Τα τελευταία 30 χρόνια η ανάγκες για ύδρευση έχουν αυξηθεί κατά 45%, χωρίς φυσικά ανάλογη αύξηση του πληθυσμού. Υπολογίζεται ότι από το καθαρό νερό που φτάνει σε κάθε σπίτι καθημερινά, λιγότερο από 5% χρησιμοποιείται άμεσα για πόση ή μαγείρεμα, ενώ περίπου 35-40% καταλήγει στις τουαλέτες. Την ίδια στιγμή το πότισμα κήπων και πάρκων με επεξεργασμένα αστικά λύματα εφαρμόζεται σε πολλές χώρες του κόσμου και τα νέα κτίρια σε χώρες της βόρειας Ευρώπης και την Ιαπωνία κατασκευάζονται με συστήματα συλλογής του βρόχινου νερού για διάφορες χρήσεις (οι παλιές καλές στέρνες) και ανακυκλώνουν τα απόνερά τους για χρήση στις τουαλέτες.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΥΔΑΠ, από την άνοιξη του 2007 η μείωση, λόγω εξάτμισης και απωλειών, των αποθεμάτων στις λίμνες Μόρνου και Εύηνου έφτασε τα 350 εκατομμύρια μ3 –ποσότητα που αντιστοιχεί στις ανάγκες της πρωτεύουσας για 10 ολόκληρους μήνες!– και ήδη από τον Φεβρουάριο η Αθήνα τροφοδοτείται από την Υλίκη για να ενισχυθούν οι ποσότητες στους ταμιευτήρες, που βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας εξαετίας.

Τα διαθέσιμα αποθέματα μειώνονται περαιτέρω λόγω μόλυνσης και ρύπανσης από ανεπεξέργαστα αστικά λύματα, απόβλητα βιομηχανιών και παράγωγα έντονων γεωργοκτηνοτροφικών δραστηριοτήτων. Χειρότερα από τα ποτάμια μας είναι ο Ασωπός και ο Έδεσσαιος, ενώ ο Πηνειός έχει μέτρια κατάσταση σε όλο σχεδόν το μήκος του, και μόνο ο άνω ρους κάποιων από τα πιο απομονωμένα, όπως ο Αώος και ο Ασπροπόταμος, θεωρείται σχετικά καθαρός. Από τις λίμνες έντονα προβλήματα παρουσιάζει η Κορώνεια με συχνές «εκρήξεις» κυανοβακτηρίων ενώ σημαντική είναι η μείωση των αποθεμάτων της Βεγορίτιδας, της Δοϊράνης, της Βόλβης και της Μικρής Πρέσπας.

Κι αν σας έκανα την καρδιά μαύρη, δείτε και κάποια στοιχεία για την παγκόσμια κατάσταση όπως καταγράφονται από τις υπηρεσίες του ΟΗΕ.

Η διατάραξη της υδρολογικού κύκλου και της υδάτινης ισορροπίας του πλανήτη γίνεται αισθητή με, ολοένα και πιο συχνά, ακραία φαινόμενα: έντονες καταιγίδες, πλημμύρες ή ξηρασία, άνοδος της στάθμης της θάλασσας, ραγδαία αύξηση της συχνότητας των τυφώνων.

Σήμερα 1,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι (σχεδόν 20% του παγκόσμιου πληθυσμού) ζουν χωρίς πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό. Πάνω από 2,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν χωρίς το απαραίτητο νερό για στοιχειώδη υγιεινή με αποτέλεσμα 2 εκατομμύρια άνθρωποι (το 90% τους παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών) να πεθαίνουν κάθε χρόνο από διαρροϊκές ασθένειες!

Πάνω από 20% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε ξηρές και άγονες χώρες που διαθέτουν μόλις το 2% των συνολικών υδατικών αποθεμάτων. Οι πολίτες όμως των «προηγμένων» χωρών, λιγότερο από 10% του πληθυσμού της Γης, χρησιμοποιούν πάνω από 70% του γλυκού νερού. Οι κάτοικοι των ανεπτυγμένων χωρών καταναλώνουν ημερήσια κάπου 200 λίτρα νερό –600(!) στις ΗΠΑ– ενώ οι πολίτες χωρών του Τρίτου Κόσμου καλούνται να ικανοποιήσουν όλες τις ανάγκες τους με λιγότερα 10 λίτρα την ημέρα!

Πολλές χώρες (κυρίως στη νοτιοδυτική Ασία και την Αφρική) ήδη δυσκολεύονται να παράσχουν τα 1.700 μ3 πόσιμου ύδατος κατ’ άτομο ετησίως, που θεωρούνται το ελάχιστο απαιτούμενο για υγιή διαβίωση, οι ανάγκες όμως αυξάνονται εκρηκτικά. Αν συνεχιστεί η μεγέθυνση του παγκόσμιου πληθυσμού με τον παρόντα ρυθμό και δεν αλλάξει ριζικά η διαχείριση των υδάτων τουλάχιστον 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι, σε περίπου 40 χώρες, θα δοκιμάζονται από έντονη λειψυδρία γύρω στο 2050.

Τα προβλήματα των αναπτυσσόμενων χωρών δεν οφείλονται μόνο στη λειψυδρία, αλλά αποτελούν απόρροια της κακής διαχείρισης των διαθέσιμων πόρων ή δυσχερειών που σχετίζονται με το κόστος, τις υποδομές ή το μέγεθος του πληθυσμού.

Αναγνωρίζοντας την κρισιμότητα της κατάστασης, η παγκόσμια κοινότητα αναζητεί λύσεις. Βασικές προϋποθέσεις είναι η αποδοχή της καθολικότητας του προβλήματος και η παγκόσμια συνεργασία. Μια σειρά διεθνών διασκέψεων που συνεχίζονται ακόμα προσπαθούν να οριοθετήσουν και να εφαρμόσουν σειρά μέτρων για τη βιώσιμη μακροχρόνια διαχείριση του γλυκού νερού, κάποια από τα οποία ήδη αποδίδουν καρπούς. Δυστυχώς τα περισσότερα από αυτά είναι εφαρμόσιμα μόνο στις αναπτυγμένες χώρες που διαθέτουν την τεχνολογία αλλά και, κυρίως, την οικονομική ευρωστία για την εφαρμογή τους.

Στις αναπτυσσόμενες χώρες που πεινούν και διψούν, οι συνθήκες διαβίωσης εκατομμυρίων ανθρώπων χειροτερεύουν, και θα εξακολουθήσουν να χειροτερεύουν αν όλοι μας –τα κράτη, οι οργανισμοί, οι κοινότητες, ο κάθε πολίτης– δεν αρπάξουμε κάθε ευκαιρία, δεν αξιοποιήσουμε όλη μας την ενεργητικότητα, όλη μας τη δύναμη, κάθε μας ταλέντο για να εξαλείψουμε τις ανισότητες και να προστατέψουμε την υγρή κληρονομιά της ανθρωπότητας.

Το νερό τελικά είναι υπόθεση όλων μας!

 

 

 

Is there a national policy for the environment?

ΕΧΟΥΜΕΤΕΛΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ;

 

 

Ένα τριμηνιαίο περιοδικό δεν μπορεί, φυσικά, να είναι άμεσα επίκαιρο, θέλω λοιπόν να σχολιάσω κάποια γεγονότα των μηνών που πέρασαν, γεγονότα που αφορούν την περιβαλλοντική πολιτική και έχουν σαν κοινό παρονομαστή την βαθύτερη αδιαφορία του κράτους, αλλά και των πολιτών, για το περιβάλλον.

Το πρώτο είναι η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που –σύμφωνα με διαρροές στον τύπο– χαρακτήρισε αντισυνταγματικά τα σχέδια για τη δημιουργία Περιοχής Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (ΠΟΤΑ) στο Ρωμανό Μεσσηνίας.

Η επένδυση εκεί (ύψους 325 εκατομμυρίων ευρώ) αφορά την κατασκευή ξενοδοχειακών μονάδων, γηπέδων γκολφ και παραθεριστικών κατοικιών για πώληση σε έκταση 3.500 στρεμμάτων σε τρεις ΠΟΤΑ, δίπλα σε αρχαιολογικούς χώρους, περιοχές Natura, τη λιμνοθάλασσα της Γιάλοβας και παραλία που αποτελεί γνωστό και σημαντικό χώρο ωοτοκίας για τις θαλάσσιες χελώνες Caretta caretta.

Η απόφαση αυτή έρχεται να αμφισβητήσει και την ευρύτερη αναπτυξιακή πολιτική των ΠΟΤΑ, η οποία απειλεί να οδηγήσει στη μετατροπή πολλών ακτών και περιοχών φυσικού κάλλους της χώρας σε περιοχές εντατικής τουριστικής ανάπτυξης με γήπεδα γκολφ και τεράστιες τουριστικές μονάδες.

Τα σημαντικότερα σημεία του σκεπτικού της απόφασης του ΣτΕ είναι η έλλειψη συνολικού χωροταξικού προγραμματισμού και η αναμενόμενη υποβάθμιση των βιότοπων που περιλαμβάνονται στη περιοχή του δικτύου Natura 2000 της Πύλου.

Το βασικό πρόβλημα είναι η έλλειψη συνολικού χωροταξικού σχεδίου για τη χώρα. Το σχέδιο αυτό έχει συνταχθεί, τροποποιηθεί επανειλημμένα από διαδοχικές κυβερνήσεις, αλλά δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί, προφανώς λόγω των σημαντικών περιορισμών που θα επιβάλλει.** Αντίθετα, έχουν εγκριθεί τα περιφερειακά χωροταξικά σχέδια, τα οποία είναι και σε γενικές γραμμές εφαρμόσιμα. Παρόλα αυτά, προωθούνται συστηματικά μεμονωμένες ρυθμίσεις ή ειδικά χωροταξικά σχέδια για τη ρύθμιση επιμέρους θεμάτων (όπως οι ΠΟΤΑ και γενικότερα η τουριστική ανάπτυξη και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) τα οποία συνυπολογίζουν λίγο ή καθόλου τις περιβαλλοντικές παραμέτρους. Εκτός αυτού, οι ανεξέλεγκτες αυτές χωροθετήσεις δεν συνιστούν συνολικό, ορθολογικό σχεδιασμό και συνεπώς να είναι αντίθετες με το άρθρο 24 του Συντάγματος.

Σε αυτό το ηθελημένα ομιχλώδες τοπίο, μικρά και μεγάλα έργα υποδομής αλλά και κολοσσιαίες επενδύσεις (όχι μόνο η συγκεκριμένη αλλά και εκείνη του Κάβο Σίδερο στην Κρήτη ή το ενεργειακό πάρκο της Σκύρου) ξεκινούν με αμφίβολους όρους για να καταλήξουν αιτίες και εστίες σκληρών αντιπαραθέσεων μεταξύ τοπικών κοινωνιών, περιβαλλοντικών οργανώσεων, επενδυτών και αρμοδίων φορέων.

Σημαντική είναι και μια άλλη προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, αυτή της νομαρχίας ανατολικής Αττικής, του δήμου Αυλώνα και των κοινοτήτων Αφιδνών, Μαλακάσας και Πολυδενδρίου, που ζητούν χαλάρωση των περιοριστικών διατάξεων του Προεδρικού Διατάγματος για την προστασία του δρυμού της Πάρνηθας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ δεχόταν πιέσεις, από όλους σχεδόν τους δημάρχους της Πάρνηθας, για χαλάρωση των περιορισμών ήδη από την πρώτη παρουσίαση του σχεδίου του διατάγματος.

Μετά τις δακρύβρεχτες ανακοινώσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης για την καταστροφή και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και τις κατηγορίες για έλλειψη προστασίας, οι ίδιοι άνθρωποι διεκδικούν τώρα το «αναφαίρετο» δικαίωμα τους στην …οικοδόμηση και τη γεωργική χρήση περιοχών μέσα στα όρια του δρυμού, σε μικρή απόσταση από τα καμένα.

Οποία υποκρισία!

Τα οικιστικά προβλήματα σε αυτούς τους δήμους είναι υπαρκτά και η πίεση μεγαλώνει. Για την αντιμετώπιση τους όμως θα έπρεπε να αναζητηθούν εναλλακτικές λύσεις, όπως ο αποχαρακτηρισμός και η παραχώρηση εκτάσεων για επέκταση των ρυμοτομικών σχεδίων σε θέσεις εκτός του δρυμού, και όχι ο περιορισμός ή η αναίρεση του καθεστώτος προστασίας.

Η απαίτηση επίσης των 95 πολιτών που συμμετέχουν στις προσφυγές για αξιοποίηση της περιουσίας τους όπως θέλουν ή για διατήρηση του δικαιώματος ανέγερσης κατοικίας είναι θεμιτή και κατανοητή, εδώ όμως πρόκειται σαφώς για την απώλεια λίγων προς όφελος των πολλών. Και για αυτές τις περιπτώσεις μπορούν να βρεθούν εναλλακτικές λύσεις με τη δίκαιη, και το τονίζω, δίκαιη, αποζημίωση των θιγομένων καθώς και αντικατάσταση των οικόπεδων ή της γεωργικής τους γης με αντίστοιχα σε θέσεις εκτός δρυμού.

Η προσφυγές θα συζητηθούν συνολικά στις 5 Νοεμβρίου 2008 και οι αποφάσεις αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι επίσης και η παραπομπή της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ακόμα μια φορά) για την απουσία ουσιαστικών μέτρων για τη διαχείριση των περίπου 330.000 τόνων επικίνδυνων αποβλήτων που παράγονται ετησίως στη χώρα.

Κατηγορούμαστε ότι παραβιάζουμε την ευρωπαϊκή νομοθεσία (τις οδηγίες 2006/12 για τα απόβλητα, 91/689 για τα επικίνδυνα απόβλητα και 99/31 περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων) καθώς δεν έχουν οριστεί θέσεις για ασφαλή διάθεση επικινδύνων αποβλήτων, αλλά και για δημιουργία ολοκληρωμένων εγκαταστάσεων διαχείρισης ανά περιφέρεια, ενώ δεν έχει συμπεριλάβει στα επικίνδυνα απόβλητα τα ζωικά και ορισμένες άλλες κατηγορίες. Επίσης, για τον ανεπαρκή τρόπο αντιμετώπισης των 600.000 τόνων επικίνδυνων αποβλήτων που θάβονται «προσωρινά»… επί δεκαετίες στις βιομηχανικές περιοχές.

Στο μεγαλύτερο ποσοστό τους τα επικίνδυνα απόβλητα που παράγονται στη χώρα είναι έλαια και υγρά καύσιμα, παράγωγα της βιομηχανίας σιδήρου και χάλυβα, μπαταρίες, συσσωρευτές και χημικά, ενώ ένα αρκετά είναι και τα νοσοκομειακά απόβλητα. Περίπου τα μισά παράγονται στο νομό Αττικής.

Αν και η νομοθεσία επιβάλλει τη μεταφορά τους στο εξωτερικό, όπου υπάρχουν ειδικές μονάδες επεξεργασίας, μόλις το 2% «φεύγει». Καθώς λείπουν ή δεν λειτουργούν οι μηχανισμοί ελέγχου των ρυπαντών, εκείνοι επιλέγουν τις φθηνότερες και γρηγορότερες λύσεις, δηλαδή τις χωματερές, τους ΧΥΤΑ, τους υπονόμους, συχνά και τα ποτάμια, όπως στην περίπτωση του Ασωπού.

Αν η απόφαση είναι καταδικαστική, τότε η Επιτροπή θα ζητήσει από την Ελλάδα να συμμορφωθεί μέσα σ’ εύλογο χρονικό διάστημα, ενώ αν αυτό δεν συμβεί, τότε θα ξεκινήσει δεύτερη παραπομπή, η οποία θα καταλήξει στην επιβολή δυσθεώρητων προστίμων.

Τέλος, αξιοσημείωτη είναι η «κόντρα» μεταξύ του Επιτρόπου Περιβάλλοντος κου Σταύρου Δήμα και του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ που ξέσπασε μετά την ενημέρωση της Βουλής και συνέντευξη του πρώτου στην εφημερίδα «Καθημερινή». Ο Επίτροπος τονίζει ότι η χώρα εκτίθεται διεθνώς, εξακολουθώντας να είναι η μόνη που δεν έχει συγκροτήσει αξιόπιστο μηχανισμό εφαρμογής των αποφάσεων του Κιότο και για αυτό έχει κληθεί σε απολογία από την Επιτροπή Συμμόρφωσης των Ηνωμένων Εθνών για το Κιότο.

Ο κος Δήμας κατηγόρησε ακόμα το ΥΠΕΧΩΔΕ για ολιγωρία σε αρκετά θέματα που συνδέονται με την προστασία του περιβάλλοντος και την εφαρμογή σχετικών ευρωπαϊκών οδηγιών, όπως το θέμα του Ασωπού και η δημιουργία αστικών χώρων πρασίνου (σε Γουδί και Ελαιώνα). Η αντίδραση του υπουργού ήταν ιδιαίτερα οξεία, πυροδοτώντας ανταλλαγή δηλώσεων, ενώ δεν ήταν λίγοι οι βουλευτές που υπερασπίστηκαν τον Επίτροπο. Για περισσότερες λεπτομέρειες διαβάστε το σχετικό άρθρο του Μ. Γκαίτλιχ στη σελίδα 33.

** Ενώ το περιοδικό βρισκόταν στη διαδικασία της σελιδοποίησης ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ παρουσίασε σχέδιο Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού, εγκεκριμένο από την Κυβερνητική Επιτροπή. Στο σχέδιο αυτό αντιτάχθηκαν αμέσως σύσσωμες οι περιβαλλοντικές οργανώσεις αλλά και άλλοι αρμόδιοι φορείς καθώς οι διατάξεις του εξαντλούνται κυρίως σε κατασκευαστικές προτάσεις με γνώμονα την οικιστική και όχι τη βιώσιμη ανάπτυξη, υποβαθμίζοντας σαφώς την προστασία του περιβάλλοντος και ανοίγοντας «παράθυρα» για μελλοντικές ρυθμίσεις, νομιμοποιήσεις, και άλλα σχετικά, με πολύ μικρά περιθώρια ελέγχου. Περισσότερα στο επόμενο τεύχος.