Knowledge gaps and their dire results

ΚΕΝΟ ΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ

Η Dactylorhiza incarnata είναι μια σπάνια ορχιδέα που έχει καταγραφεί στην Ελλάδα μόνο σε τέσσερεις θέσεις στην Ήπειρο και τη Μακεδονία. Η σημαντικότερη από αυτές ήταν ένα υγρολίβαδο στο Γράμμο, κοντά στο χωριό Χρυσή, πλάι στο δρόμο που ενώνει τη Χρυσή με τον Πεύκο και απο εκεί με το Νεστόριο, διασχίζοντας τις υπώρειες του βουνού. Το υγρολίβαδα αυτό φιλοξενούσε τον μεγαλύτερο πληθυσμό, αλλά και ήταν η μόνο θέση παρουσίας της λευκής ποικιλίας του είδους (υποείδος ochroleuca).

Σε πρόσφατη επίσκεψη οι καλοί φίλοι και μέλη της Εταιρίας μας Κώστας Βιδάκης και Σπύρος Τσιφτσής διαπίστωσαν ότι η θέση είχε καταστραφεί κατά την διαπλάτυνση και ασφαλτόστρωση του δρόμου. Ένα τεχνικό έργο αποξήρανε το υγρολίβαδο, στο οποίο μετά αποτέθηκαν τα μπάζα των εκσκαφών. Από ορχιδέες ούτε ίχνος. Μια άλλη θέση, ενα υγρολίβαδο πλάι σε μια ορεινή ποτίστρα στο Μενοίκιο, υποβαθμίστηκε επίσης σημαντικά από έργα διαχείρισης του νερού. Πλέον έχει περιοριστεί σε ελάχιστη έκταση στην απορροή της ποτίστρας και οι ορχιδέες έχουν εξαφανιστεί. Η τρίτη θέση στο νομό Δράμας έχει επίσης καταστραφεί αφού το υγρολίβαδα μετατράπηκε σε πατατοχώραφο και πλέον απομένει μόνο ένα σημείο στη Ροδόπη που φιλοξενεί περίπου 40-50 άτομα.

Δυστυχώς, τα παραδείγματα τέτοιων, φαινομενικά μικρών, παρεμβάσεων που προκαλούν σημαντικές, ενίοτε αναντικατάστατες, απώλειες ειδών και οικοτόπων είναι πάμπολλα και φέρνουν στο προσκήνιο δύο θέματα.

Το πρώτο αφορά στην σκοπιμότητα και, κυρίως, την περιβαλλοντική νομομοποίηση των τοπικών (και όχι μόνον) έργων.

Είναι άραγε η κίνηση μεταξύ Νεστορίου και Χρυσής τόσο πυκνή ώστε να δικαιολογεί τη διαπλάτυνση ενός επαρχιακού δρόμου σε μέγεθος σχεδόν αυτοκινητοδρόμου, μέσα σε μια οικολογικά ευαίσθητη περιοχή που φιλοξενεί σημαντικά είδη (αρκούδα, λύκος, αλλά και πολλά σπάνια είδη χλωρίδας); Και μάλιστα όταν λίγο ανατολικότερα υπάρχει ήδη ασφαλτοστρωμένη επαρχιακή οδός που συνδέει τα δύο χωριά μέσω Νέας Κοτύλης[1].

Παρόμοια τερατώδης διαπλάτυνση είχε γίνει και πριν μερικά χρόνια σε επαρχιακό δρόμο που συνδέει το Επταχώρι με τη Σαμαρίνα στο Σμόλικα. Τα αυτοκίνητα στην εικόνα θα σας δώσουν μια ιδέα για τις διαστάσεις του νέου δρόμου, που θύμιζε περισσότερο … διάδρομο αεροδρομίου. Πέρα από την γενικότερη αλλοίωση του τοπίου, τα έργα τότε είχαν καταστρέψει πολλές θέσεις που φιλοξενούσαν μεγάλες αποικίες ορχιδεών. Σημειώστε ότι παράλληλα διαπλατυνόταν και άλλη πρόσβαση προς Σαμαρίνα μέσω Αγίας Παρασκευής.

Φαντάζομαι ότι τα έργα αυτά συνοδεύονταν από τις απαραίτητες κατά το νόμο Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), οι οποίες, επίσης φαντάζομαι, ότι θα είχαν εγκριθεί αρμοδίως. Δυστυχώς, όμως, στις περισσότερες από αυτές τις μελέτες δεν γίνεται καθόλου, ή γίνεται ελάχιστη, έρευνα στο πεδίο, συνεπώς η αξιολόγηση της βιοποικιλότητας είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη και οι όποιες αναφορές προέρχονται από τη βιβλιογραφία, αν και όπου υπάρχει. Για περιοχές που δεν υπάρχουν στοιχεία παρατίθενται γενικόλογa κείμενα που συνήθως δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Έτσι δεν είναι παράξενο το ότι σε πολλές μελέτες επαναλαμβάνονται στερεότυποι κατάλογοι ειδών και συχνά εμφανίζονται τα ίδια είδη και στοιχεία σε μελέτες για διαφορετικές περιοχές, για διαφορετικές χρήσεις και για διαφορετικά έργα. Πρόσφατα η Εταιρία μας αξιολόγησε ΜΠΕ για αιολικό πάρκο στην οποία η περιγραφή της βλάστησης και χλωρίδας και, ιδιαιτέρως, το τμήμα που αφορούσε την ορνιθοπανίδα, θύμιζαν σχολική έκθεση, δεν αντικατόπτριζαν τον πλούτο της περιοχής και, φυσικά, δεν έδιναν καμμία κατεύθυνση ούτε εξασφάλιζαν την προστασία της βιοποικιλότητας. Όσοι έχετε παρακολουθήσει το θέμα του Αχελώου, γνωρίζετε ότι η αξιοπιστία των ΜΠΕ στο θέμα της απογραφής της βιοποικιλότητας και της αποτίμισης των επιπτώσεων στο φυσικό περιβάλλον ήταν, διαχρονικά, ένα από τα μεγάλα προβλήματα του έργου.

Το δεύτερο θέμα, που σχετίζεται άμεσα με το πρώτο, είναι το σημαντικό κενό γνώσης που υπάρχει ακόμα για τους οικοτόπους και, ιδιαίτερα, για τα είδη.

Όταν η χώρα μας δημιούργησε το Δίκτυο Natura 2000, ανέλαβε και την υποχρέωση της αναγνώρισης και καταγραφής ειδών και οικοτόπων, της συστηματικής παρακολούθησης της κατάστασης διατήρησής τους και της εκπόνησης διαχειριστικών σχεδίων για την προστασία τους. Όλες τα σχετικά στοιχεία παρατίθενται στα επίσημα απογραφικά δελτία (Standard Data Forms) για κάθε περιοχή και είναι προσβάσιμα στους ερευνητές και το κοινό. Κατά τα πρώτα στάδια εφαρμογής της Οδηγίας 92/43 (διαμόρφωση των καταλόγων των ειδών και των τύπων οικοτόπων, δημιουργία του δικτύου Natura 2000, εκπόνηση σχεδίων διαχείρισης) για τα είδη χλωρίδας και πανίδας χρησιμοποιήθηκαν, σχεδόν αποκλειστικά, βιβλιογραφικά δεδομένα λόγω αδυναμίας υλοποίησης της απαραίτητης εργασίας πεδίου για πολλούς λόγους (κυριότερος αππο τους οποίους είναι η διαχρονική αδιαφορία του αρμόδιου Υπουργείου για την προστασία της ελληνικής φύσης). Προχώρησε μόνο το πρόγραμμα αναγνώρισης και περιγραφής των τύπων οικοτόπων.

Όταν ήρθε η ώρα υποβολής της, υποχρεωτικής, εξαετούς έκθεσης (2001-2006) για την κατάσταση διατήρησης και τη γεωγραφική εξάπλωση των ειδών και των τύπων οικοτόπων, δεν είχε υλοποιηθεί πρόγραμμα παρακολούθησης, συνεπώς δεν υπήρχαν νέα στοιχεία για τα περισσότερα είδη και χρησιμοποιήθηκαν ξανά βιβλιογραφικά δεδομένα με πολλές ελλείψεις (δείτε σχετικά και στο τεύχος 136 της ΦΥΣΗΣ).

Το 2012 έπρεπε να υποβληθεί η επόμενη εξαετής έκθεση (2007-2012). Οι προκυρήξεις όμως των σχετικών προγραμμάτων παρακολούθησης έγιναν μόλις το 2012 και οι αναθέσεις το 2013, με αποτέλεσμα η παρακολούθηση να μην έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι ακόμα παραμένουν μεγάλα κενά στα απογραφικά δελτία των περισσότερων περιοχών Natura. Τα κενά είναι ακόμα μεγαλύτερα για τις περιοχές εκτός Δικτύου, πολλές από τις οποίες φιλοξενούν επίσης σημαντικά και απειλούμενα είδη. Επίσης, αν και συλλέγεται αξιόλογη γνώση για αυτές τις περιοχές, από έρευνες πανεπιστημίων, φορέων, περιβαλοντικών οργαμώσεων, ακόμα και από ερασιτέχνες φυσιοδίφες, δεν υπάρχει ουσιαστική διαχείριση αυτής της γνώσης, κάποια κεντρική βάση δεδομένων που να την συλλέγει, να την αξιολογεί και να την κάνει προσβάσιμη.

Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι η έλλειψη στοιχείων ή/και η δυσκολία πρόσβασης σε αυτά επηρεάζει την ποιότητα των εκπονούμενων ΜΠΕ με άμεσο αντίκτυπο στη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Υπάρχουν όμως και άλλες επιπτώσεις. Για παράδειγμα, κατά την αξιολόγηση πρόσφατης πρότασης για έργο LIFE που υπέβαλε η Εταιρία μας αμφισβητήθηκε η παρουσία του οικοτόπου που ήταν αντικείμενο της πρότασης και δεν έγιναν δεκτά κάποια στοιχεία παρουσίας ειδών που είχαν συλλεγεί με εργασία πεδίου τα τελευταία χρόνια, διότι δεν αναφέρονταν στο απογραφικό δελτίο της περιοχής, που όμως δεν έχει επικαιροποιηθεί από το 2009.

Καθώς δεν υπάρχει σοβαρή διαδικασία αξιολόγησης και ελέγχου των ΜΠΕ για το εάν οι επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα πραγματικά μελετώνται, όπως και για το εάν τηρούνται οι εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι στη συνέχεια, οι ΜΠΕ είναι, τις περισσότερες φορές, στην ουσία κενές περιεχομένου.

Σημειώσεις

[1] Τον Ιούνιο 2006, η «Καλλιστώ» είχε υποβάλει γραπτό υπόμνημα προς την τότε Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Καστοριάς με αφορμή την προβλεπόμενη ολοκλήρωση της διάνοιξης του επαρχιακού δρόμου.

Σε αυτό ανέφερε ότι είχαν ήδη εκπονηθεί: α) Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη για την Περιοχή Γράμμου-ΒΔ Βοϊου στο πλαίσο του έργου LIFE96NAT/GR/03222 η οποία προέβλεπε να ολοκληρωμένο σχέδιο παρέμβασης και διαχείρισης της περιοχής και είχε ήδη εγκριθεί από το αρμόδιο Τμήμα του ΥΠΕΧΩΔΕ. Β) Παρόμοια μελέτη. με τίτλο «Οικολογική Χωροταξική Μελέτη του ορεινού όγκου του Γράμμου» από την ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΑΕ. γ) Ειδικά διαχειριστικά σχέδια για τη «Διαχείριση των Ορεινών Βοσκότοπων» και την αειφορική διαχείριση των δασών μαύρης πεύκης στο πλαίσιο του έργου LIFE 99 NAT/GR/06498 με τίτλο «Εφαρμογή Διαχειριστικών Σχεδίων στις περιοχές Γράμμου και Ροδόπης».

Καταλήγοντας, η «Καλλιστώ» ζητούσε να αξιολογηθούν τα παραπάνω και να ληφθεί επίσης υπόψη το γεγονός ότι η δημιουργία πολλών οδικών αξόνων στον ορεινό όγκο θα πρέπει να τεκμηριωθεί με μελέτη σκοπιμότητας και να συμβαδίζει με μια ολοκληρωμένη προοπτική ήπιας ανάπτυξης της περιοχής με βάση το φυσικό της κάλλος και τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Από όσο γνωρίζουμε, αυτό δεν έγινε ποτέ.