After the fires …

ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΦΩΤΙΕΣ …

 

 

Το σχόλιό μου στο προηγούμενο τεύχος, που αναφερόταν έμμεσα και στα θέματα διαχείρισης και προστασίας των δασών στη χώρα μας, γράφτηκε όταν ακόμα μουδιασμένοι μετρούσαμε τις πληγές της Πάρνηθας.

Κανείς τότε δεν μπορούσε να διανοηθεί καν το ολοκαύτωμα που θα ακολουθούσε.

Οι φωτιές του Αυγούστου, που κόστισαν και τη ζωή δεκάδων ανθρώπων, έφεραν στην επιφάνεια με τον σκληρότερο τρόπο τη διαχρονική αδιαφορία των κυβερνήσεων αυτής της χώρας για την προστασία των δασών και του φυσικού της πλούτου, τα σωρευμένα προβλήματα και τις ελλείψεις δεκαετιών στον τομέα της δασοπροστασίας και δασοπυρόσβεσης, τον κατακερματισμό αρμοδιοτήτων, τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα υπηρεσιών, την έλλειψη συντονισμού και την αδυναμία ουσιαστικής και αποτελεσματικής αντιμετώπισης κρίσεων.

Ο απολογισμός είναι συγκλονιστικός. Σύμφωνα με στοιχεία του WWF Ελλάς και του ΑΠΘ, σε Πελοπόννησο και Εύβοια κάηκαν περίπου 2.000.000 στρέμματα, από τα οποία πάνω από τα μισά ήταν δάση και φυσικές εκτάσεις. Σ΄ αυτά βέβαια πρέπει να προσθέσουμε τις εκτάσεις που κάηκαν στο Πήλιο, το Γράμμο, τη Φλώρινα, την Κόνιτσα και αλλού, οι οποίες «ξεχάστηκαν» μπροστά στα χειρότερα.

Στα καμένα περιλαμβάνονται και μεγάλα τμήματα περιοχών του δικτύου Natura 2000. Ενδεικτικά στο φαράγγι του Βουραϊκού κάηκαν 6.362 στρέμματα (29,2% της προστατευόμενης περιοχής), στο Οροπέδιο Φολόης 29.943 στρέμματα (30,7%), στον Ταΰγετο 86.542 στρέμματα (16,3%), στο δάσος Καϊάφα 7.577 στρέμματα (22,5%), στα Όρη Μπαρμπάς, Κλωκός και το φαράγγι Σελινούντα 30.476 στρέμματα (50,4%).

Στο διάστημα που πέρασε πολλά γράφτηκαν και ακόμα περισσότερα ειπώθηκαν –από ειδικούς και «ειδικούς»– για τα αίτια των δασικών πυρκαγιών και τα πιθανά κίνητρα των εμπρηστών και υπάρχουν πολλές απόψεις. Εκείνο που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι η εξάρτηση συμφερόντων πολιτών και πολιτικών που επί δεκαετίες εμποδίζει την οριστική διευθέτηση κρίσιμων για την προστασία των δασών θεμάτων (κατάρτιση δασολογίου, ρύθμιση ιδιοκτησιακού καθεστώτος οικοδομικών συνεταιρισμών κα), που συντηρεί τα νομοθετικά κενά και τις ασάφειες και εν τέλει οπλίζει τα χέρια των εμπρηστών.

Τα πρώτα μέτρα αντιμετώπισης των επιπτώσεων εστιάζονται φυσικά στη στήριξη των τοπικών κοινωνιών, την αποκατάσταση των κατεστραμμένων υποδομών και την ενίσχυση της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής.

Σε ότι αφορά τα οικοσυστήματα, η εμπειρία πολλών ετών δείχνει ότι τα περίφημα “επανορθωτικά μέτρα” συνήθως εξαντλούνται με την κατασκευή αντιδιαβρωτικών και αντιπλημμυρικών έργων και κάποιες αναδασώσεις –συνήθως αμφίβολης αποτελεσματικότητας, ακόμα και με ξενικά είδη– ενώ στη συνέχεια, καθώς η καταστροφή “ξεθωριάζει” με το πέρασμα του χρόνου, τα πράγματα αφήνονται στην τύχη τους.

Και εκεί βρίσκεται το πρόβλημα.

Η Φύση πάντα ανακάμπτει – αν αφεθεί ανενόχλητη!

Η πανίδα γενικά θα εποικίσει τα καμένα από τις παρακείμενες περιοχές σε σύντομο χρόνο, με εξαίρεση ίσως κάποια σπάνια είδη, όπως οι ενδημικές σαύρες του Ταΰγετου και του Πάρνωνα και τα τσακάλια, των οποίων οι μικροί ή αποκομένοι πληθυσμοί δεν έχουν τη δυναμική να επανέλθουν. Για τέτοια είδη χρειάζεται μελέτη και εφαρμογή ειδικών μέτρων.

Η ποώδης βλάστηση αναπτύσσεται γρήγορα και πολλά δένδρα και θάμνοι βλαστάνουν σχεδόν αμέσως μετά τη φωτιά. Ήδη στην Πάρνηθα οι κουμαριές έχουν όλες φρέσκα βλαστάρια και οι βελανιδιές μπορεί να φτάσουν μισό μέτρο ύψος μέσα σε ένα μήνα. Τα δάση, βέβαια, θα χρειαστούν πολλά χρόνια ή και δεκαετίες για να αποκατασταθούν πλήρως, με την προϋπόθεση ότι δεν θα εμποδιστεί η αναγέννηση.

Γι αυτό πρωταρχική σημασία έχουν ο περιορισμός της βόσκησης και η απόλυτη προστασία των θυλάκων που δεν έχουν καεί και των όμορων στα καμένα φυσικών εκτάσεων.

Η βόσκηση μπορεί να καθυστερήσει ή να εμποδίσει τελείως την αναγέννηση και θα πρέπει να απαγορευτεί για μήνες στις χορτολιβαδικές εκτάσεις αλλά και για χρόνια στους θαμνώνες και τα δάση. Θα ήταν σκόπιμο να μην αποκατασταθεί άμεσα, αλλά σταδιακά, το ζωικό κεφάλαιο στις περιοχές ώστε να μειωθεί η πίεση (με ανάλογη οικονομική ενίσχυση των κτηνοτρόφων), να περιοριστεί η κτηνοτροφία στις άκαυτες περιοχές με ταυτόχρονη βελτίωση της βοσκοϊκανότητας και χορήγηση δωρεάν ζωοτροφών και, στην πορεία, η βόσκηση να επιτρέπεται ελεγχόμενα σε περιοχές που κρίνεται ότι η βλάστηση έχει αποκατασταθεί επαρκώς. Περιοχές ιδιαίτερης σημασίας θα πρέπει ίσως να περιφραχτούν για να προστατευτούν αποτελεσματικά.

Στις τεράστιες καμένες εκτάσεις οι “νησίδες” βλάστησης που δεν έχουν καεί, ακόμα και μεμονωμένα δένδρα, είναι συχνά το μοναδικό καταφύγιο για τα μικρά ζώα και ενδεχομένως το μοναδικό απόθεμα γενετικού υλικού, η μοναδική πηγή νέων σπόρων. Τέτοιοι θύλακοι πολλές φορές καταστρέφονται στη βιασύνη κατασκευής των αντιπλημμυρικών έργων – που ενίοτε δεν είναι επιβεβλημένη, μια και σε περιοχές με ήπιες κλίσεις (μέχρι και 30-40%), τουλάχιστον για τον πρώτο χρόνο, η κώμη των πεσμένων δένδρων μαζί με τις ρίζες συγκρατούν αποτελεσματικά το χώμα και είναι καλύτερο να μην απομακρυνθούν. Θα πρέπει επίσης να διασφαλιστεί ότι σε περίπτωση αναδασώσεων δεν θα φυτευτούν ξένα προς την περιοχή ή ξενικά είδη.

Τέλος θα πρέπει να αποκλειστεί κάθε περίπτωση αλλαγής των χρήσεων γης στα καμένα δάση. Αυτονόητο, θα πείτε, και θεσμικά κατοχυρωμένο. Και όμως, όλα αυτά τα χρόνια μετά από κάθε φωτιά εμφανίζονται “διεκδικητές”, χαμένοι τίτλοι ιδιοκτησίας, παραχωρητήρια από Τουρκοκρατίας και άλλα τέτοια, τα καμένα μετονομάζονται («αγροτικές εκτάσεις» ή «βοσκότοποι» συνήθως) και τα αυθαίρετα νομιμοποιούνται. Τέτοιες πιέσεις ήδη παρουσιάζονται στις πυκνοκατοικημένες, αλλά και πρόσφορες για τουριστική ανάπτυξη περιοχές της Πελοποννήσου.

Τώρα πια, όταν οι πρώτες, άμεσα απαραίτητες ενέργειες έχουν ήδη γίνει, ένα μεγάλο πρόβλημα είναι ο σχεδιασμός, μετά από μελέτη και ανάλυση των συνθηκών, σωστών μεσο- και μακροπρόθεσμων επανορθωτικών μέτρων που θα στοχεύουν σε ουσιαστική αποκατάσταση των ειδών και των οικοσυστημάτων και δεν θα έχουν κυρίως «επικοινωνιακό» χαρακτήρα.

Ένα δεύτερο, και σημαντικότερο ίσως, πρόβλημα είναι η εφαρμογή και τήρηση, ιδιαίτερα σε βάθος χρόνου, των νόμων και των διατάξεων που ήδη υπάρχουν, αλλά και των ειδικών για αυτές τις περιοχές ρυθμίσεων – και οι πρώτες ενδείξεις δεν είναι ενθαρρυντικές. Για παράδειγμα το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έστειλε άμεσα στις Διευθύνσεις Δασών των Περιφερειών απόφαση για την απαγόρευση του κυνηγιού στα καμένα και περιμετρικά, σε απόσταση που κρίνεται τοπικά απαραίτητο (ακόμα και σε όλη τη περιοχή ευθύνης τους αν χρειαστεί) για την προστασία της πανίδας που έχει βρει εκεί καταφύγιο. Οι Δασικές Υπηρεσίες δεν πήραν καμία σχετική απόφαση, με εξαίρεση μόνο μία ή δύο περιοχές.

Επίσης, μετά τις φωτιές, η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου παραχώρησε στο δήμο της Ζαχάρως το δικαίωμα εκμετάλλευσης σχεδόν του συνόλου της παραλιακής ζώνης του (το μεγαλύτερο μέρος της οποίας έχει ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000) για τουριστική αξιοποίηση… «Σύμπτωση…» λένε οι συμβαλλόμενοι, και διαβεβαιώνουν ότι ήταν κάτι που είχε ζητηθεί από καιρό και ότι η ανάπτυξη θα είναι ήπια και θα σεβαστεί το περιβάλλον. Ταυτόχρονα όμως ακούγονται και πολλά για μεγάλα τουριστικά συγκροτήματα και γήπεδα γκολφ, ενώ το μνημόνιο ο συνεργασίας μεταξύ δήμου και ΚΕΔ αφήνει ανοιχτό το δρόμο για τη νομιμοποίηση των υπαρχόντων αυθαιρέτων, αλλά και για την τροποποίηση του αυστηρού (απαγορευτικού) καθεστώτος της Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου. Επιπλέον, απόφαση του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών (31/8/2007) απαλλάσσει τους μελλοντικούς επενδυτές στις πυρόπληκτες περιοχές από την ανάγκη προσκόμισης μελέτης περιβαλλοντικών όρων!

Οι εκτιμήσεις για την μελλοντική εξέλιξη της περιοχής δικές σας…

Η αποκατάσταση των δασών και των φυσικών εκτάσεων που χάθηκαν το περασμένο καλοκαίρι δεν είναι καθόλου βέβαιη, με τα σημερινά δεδομένα στη χώρα μας.

Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι απαιτείται επιτέλους ενεργοποίηση όλων των πολιτών που ενδιαφέρονται για το περιβάλλον και συστηματικές, συντονισμένες ενέργειες και πιέσεις από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις σε όλες τις κατευθύνσεις και για όσο χρόνο χρειαστεί.

Τα βαθύτερα αίτια και τα κακώς κείμενα στον τομέα της δασοπροστασίας δεν πρόκειται να διορθωθούν μαγικά μέσα σε λίγο χρόνο, παρά τις οποιεσδήποτε μεγαλόστομες εξαγγελίες. Κι αν οι κλιματικές συνθήκες παραμείνουν ίδιες τα επόμενα χρόνια ο φετινός Αύγουστος μπορεί να είναι μόνο η αρχή….