Not all trees are the same

ΟΛΑ ΤΑ ΔΕΝΔΡΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΑ

Τα δάση θεωρούνται σημαντικό «όπλο» κατά της κλιματικής αλλαγής, αφού εκτιμάται ότι απορροφούν περίπου 2,4 δισεκατομμύρια τόννους διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα κάθε χρόνο και το αποθηκεύουν στους κορμούς, τα φύλλα και το ριζικό σύστημα των δένδρων τους.

Μια νέα όμως μελέτη για τα δάση της Ευρώπης, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην έγκριτη επιθεώρηση Science, έρχεται να αντικρούσει μερικώς αυτή την άποψη. Ομάδα ερευνητών από το Εργαστήριο Κλιματικών Επιστημών και Περιβάλλοντος στο Gif-sur-Yvette της Γαλλίας, με επικεφαλής την Kim Naudts, μελέτησε την εξέλιξη των δασών στην ήπειρό μας από το 1750 ως το 2010 χρησιμοποιώντας ένα μοντέλο βασισμένο σε δασοπονικά στοιχεία αυτής της περιόδου. Το μοντέλο τους ήταν πολύ πιο διεισδυτικό από προηγού μενα, καθώς αξιολόγησε όχι μόνο τις μεταβολές στη χρήση της γης αλλά και παραμέτρους όπως οι αλλαγές στα είδη δένδρων, οι τρόποι ξύλευσης και αναδάσωσης, κ.λπ.

Τα αποτελέσματά τους έδειξαν ότι αρχικά, μεταξύ 1750-1850, η δασοκάλυψη στην Ευρώπη μειώθηκε δραματικά, κατά περίπου 190.000 χλμ2. Με την έναρξη της βιομηχανικής περιόδου η στροφή προς τα ορυκτά καύσιμα, ιδιαίτερα τον λιγνίτη, περιόρισε την ξύλευση, με αποτέλεσμα τα δάση να αυξηθούν ξανά, κατά 386.000 χλμ2. Έτσι, τα δάση σήμερα καλύπτουν περίπου 10% περισσότερη έκταση από ότι την προβιομηχανική εποχή. Και όμως, παρά την προσθήκη σχεδόν 200.000 χλμ2 νέων δασών, η θερμοκρασία της Ευρώπης έχει αυξηθεί κατά 0,12 °C από το 1750 έως σήμερα.

Από ότι φαίνεται, καθοριστικό στοιχείο είναι η δομή και η σύνθεση αυτών των δασών, που είναι πλέον σημαντικά διαφορετική από το παρελθόν, καθώς σε περίπου 85% των δασικών εκτάσεων της Ευρώπης δεν υπάρχει φυσική εξέλιξη, αλλά ανθρώπινη διαχείριση και αναδασώσεις, κυρίως μe ταχυαυξή και εμπορικά αποδοτικότερα είδη, όπως η Δασική Πεύκη και η Ερυθρελάτη.

«Αλλάζοντας τη σύνθεση των συστάδων», λέει η Kim Naudts, «μεταβάλουμε και την ποσότητα ηλιακής ακτινοβολίας, νερού και ενέργειας που απορροφά ή αποβάλλει το δάσος». Τα κωνοφόρα, όπως τα πεύκα και τα έλατα, απορροφούν περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία και θερμότητα επειδή έχουν πιο σκούρο πράσινο χρώμα από άλλα είδη δένδρων, όπως οι βελανιδιές, οι οξυές και οι σημύδες, παγιδεύοντας έτσι θερμότητα που αλλιώς θα διέφευγε στην ατμόσφαιρα. Επίσης απελευθερώνουν λιγότερο νερό και δημιουργούν λιγότερα σύννεφα που μπλοκάρουν την ηλιακή ακτινοβολία. Σύμφωνα με τη μελέτη, η αύξηση της θερμοκρασίας που οφείλεται στους δύο αυτούς παράγοντες φτάνει τους 0,08 °C. Το υπόλοιπο (0,04 °C) οφείλεται στις υλοτομίες, οι οποίες απελευθερώνουν άνθρακα που αλλιώς θα έμενε δεσμευμένος στα νεκρά υπολείμματα των δένδρων και στο έδαφος.

Η άποψη ότι οι αναδασώσεις δεν λειτουργούν πάντα ενάντια στην κλιματική αλλαγή δεν είναι νέα. Μελέτη που είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό Nature πριν από δέκα και πλέον χρόνια ανέφερε ότι η επέκταση των δασών σε βόρειες, ψυχρές περιοχές θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση της θερμοκρασίας, καθώς θα μείωνε τις ανοικτές εκτάσεις όπου το χιόνι θα αντανακλούσε πολύ περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία.

Οι ομάδα των ερευνητών πιστεύει ότι κάτι ανάλογο έχει συμβεί και στα δάση άλλων ηπείρων, γι’ αυτό και εισηγούνται να προτιμώνται πλατύφυλλα και φυλλοβόλα δέντρα αντί για κωνοφόρα. Άλλοι επιστήμονες αντιτείνουν ότι τα αποτελέσματα αυτά δεν είναι σωστό να προβάλλονται σε άλλες περιοχές και ηπείρους. Η αύξηση της θερμοκρασίας στην Ευρώπη εξαρτάται από την ιστορική εξέλιξη των δασοπονικών πρακτικών σε αυτήν, τη γεωγραφική της θέση και τη σύνθεση της βλάστησής της. Στις τροπικές περιοχές, για παράδειγμα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Τα δένδρα που φύονται εκεί απελευθερώνουν συγκριτικά περισσότερο νερό στην ατμόσφαιρα, δημιουργώντας έντονη νεφοκάλυψη που αντανακλά την ηλιακή ακτινοβολία, οπότε η αύξηση των δασωμένων εκτάσεων θα οδηγήσει σε μείωση της θερμοκρασίας.

Πολλές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο έχουν δώσει στις αναδασώσεις σημαντικό ρόλο στη στρατηγική τους για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η Κίνα, για παράδειγμα, ήδη ετοιμάζεένα νέο «Σινικό Τείχος» από δένδρα που προβλέπεται να καλύψει 4 εκατομμύρια χλμ2 ως το 2050.

Υπό αυτό το πρίσμα, οι ερευνητές τονίζουν ότι θα πρέπει να αξιολογηθεί προσεκτικά τόσο η επιλογή των ειδών που φυτεύονται, όσο και οι τρόποι διαχείρισής τους. «Δεν θα πρέπει να αποθέσουμε τις ελπίδες μας στα δάση» λέει η δρ. Naudts «για να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή που, στην ουσία, είναι πρόβλημα εκπομπών».

Και καταλήγει: «Η διαχείριση των δασών της Ευρώπης θα πρέπει να γίνεται με τρόπο που να διασφαλίζει τις κύριες λειτουργίες τους, δηλαδή τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, την παραγωγή ξυλείας, των έλεγχο των πλημμυρών και της διάβρωσης εδαφών. Αν αυτή η διαχείριση μπορεί να αμβλύνει και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, τόσο το καλύτερο».