In times of crisis …

ΕΝ ΚΑΙΡΩ ΚΡΙΣΗΣ …

 

 

Η γνωστή δημοσιογράφος και ακτιβίστρια Ναόμι Κλάιν, στο βιβλίο της The Shock Doctrine (κυκλοφορεί στα ελληνικά με τίτλο Το Δόγμα του Σοκ, και σας συνιστώ ανεπιφύλακτα να το διαβάσετε) περιγράφει την επίδραση κάποιων τραυματικών έκτακτων γεγονότων στην κοινωνία και τις εξελίξεις που, σχεδόν μοιραία, τα ακολουθούν στη σημερινή εποχή της παγκόσμιας ελεύθερης αγοράς.

Τέτοιες έκτακτες καταστάσεις μπορεί να είναι μια τρομοκρατική επίθεση, ένας πόλεμος, μια περιβαλλοντική καταστροφή, ή μια … οικονομική κρίση. Τα γεγονότα αυτά, που η συγγραφέας παρομοιάζει με μαζικά σοκ –εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου­– αποπροσανατολίζουν τους πολίτες και επιτρέπουν την ανεμπόδιστη εφαρμογή σκληρών οικονομικών μέτρων που, υπό άλλες συνθήκες, θα ξεσήκωναν τεράστιες αντιδράσεις. Τα μέτρα αυτά έχουν τεράστιο αντίκτυπο στις κοινωνίες των κρατών όπου εφαρμόζονται, αλλά και στο περιβάλλον, καθώς πάντα προτάσσεται η ανάγκη «ανάπτυξης» χωρίς περιορισμούς.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, από τα πολλά του βιβλίου, είναι το τσουνάμι του 2004 που άφησε πίσω του 250.000 νεκρούς και 2,5 εκατομμύρια άστεγους στην νοτιοανατολική Ασία. Μετά το τσουνάμι, οι αντιδράσεις στα σχέδια για τη μαζική «αξιοποίηση» παρθένων παραλιών από τους πολυεθνικούς κολοσσούς του τουρισμού που επί χρόνια προωθούσε η Παγκόσμια Τράπεζα εξαφανίστηκαν. Πολλοί ιθαγενείς κάτοικοι, ιδιαίτερα στην Ταϊλάνδη, τη Σρι Λάνκα και τις Μαλδίβες, εκτοπίστηκαν από τα παραθαλάσσια χωριά ή τα νησιά τους (συχνά βίαια) με το πρόσχημα της μεταφοράς σε ασφαλείς τοποθεσίες, και άνοιξε ο δρόμος για την κατασκευή υπερπολυτελών γιγάντιων θερέτρων και γηπέδων γκολφ.

Αντίστοιχα, το 1998, μετά την «επίσκεψη» του τυφώνα Μιτς στην Κεντρική Αμερική που άφησε πίσω του 9.000 νεκρούς και δεκάδες κατεστραμμένα χωριά, η ξένη βοήθεια (από την παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ) για την αναδιοργάνωση των χωρών που επλήγησαν είχε υψηλό αντίτιμο. Στην Ονδούρα ιδιωτικοποιήθηκαν με διαδικασίες fast-track τα λιμάνια, οι τηλεπικοινωνίες, οι αυτοκινητόδρομοι και οι δημόσιες επιχειρήσεις ενέργειας και υδάτων, ανατράπηκαν οι περιορισμοί στις χρήσεις και τις αγοραπωλησίες γης και προωθήθηκαν νόμοι για τις μεταλλευτικές δραστηριότητες που μείωσαν τους περιβαλλοντικούς περιορισμούς και διευκόλυναν αναγκαστικές απαλλοτριώσεις. Αντίστοιχες ιδιωτικοποιήσεις, με τιμήματα σημαντικά χαμηλότερα των πραγματικών, έγιναν και στη Γουατεμάλα και τη Νικαράγουα, η οποία πούλησε και σημαντικό μέρος των δημόσιων πετρελαϊκών επιχειρήσεών της.

Σας θυμίζουν κάτι όλα αυτά;

Η οικονομική κρίση που ταλανίζει την Ελλάδα έχει συγκεκριμένα αίτια –κυρίως την συνολική ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματος, το δημοσιοκεντρικό μοντέλο ανάπτυξης των προηγούμενων δεκαετιών και τις δομικές αδυναμίες της Ευρωζώνης– και σίγουρα η αντιμετώπισή της απαιτεί οικονομικά μέτρα, εξορθολογισμό του Κράτους (με έργα όμως και όχι μόνο λόγια) και ανάπτυξη μέσω ιδιωτικοποιήσεων και παροχής κινήτρων στους επενδυτές. Όχι όμως ανεξέλεγκτα και όχι με οποιοδήποτε τίμημα.

Εντούτοις, φαίνεται ότι η αντιμετώπιση της κρίσης γίνεται το άλλοθι για την προσπάθεια εφαρμογής πολλών από τα μέτρα που περιγράφει η Κλάιν στο βιβλίο της, ανάμεσα στα οποία σημαντική θέση έχει και η αποδυνάμωση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Τα νομοσχέδια, τα οποία ψηφίζονται πλέον με γοργούς ρυθμούς και με ελάχιστη ή καθόλου διαβούλευση ή ενημέρωση των πολιτών, περιλαμβάνουν πολλές τροποποιητικές διατάξεις και οι διαφαινόμενοι κίνδυνοι για το περιβάλλον είναι μεγάλοι.

Η προσπάθεια καταστρατήγησης των περιβαλλοντικών κεκτημένων άρχισε ήδη από τον Νοέμβριο του 2010, όταν ψηφίστηκε το νομοσχέδιο με τίτλο «Επιτάχυνση Μεγάλων Έργων–Στρατηγικών Επενδύσεων», επονομαζόμενο και fast-track. Λίγο αργότερα, η «απλοποίηση» της περιβαλλοντικής αδειοδότησης έγινε «…η πρώτη προτεραιότητα…» του νέου Υπουργού ΠΕΚΑ, ως να ήταν αυτό το μόνο κώλυμα για την προώθηση επενδύσεων. Για τη διοικητική δυσκαμψία, την ευθυνοφοβία και τους «υπόγειους» μηχανισμούς του Δημοσίου που ζουν από τα «γρηγορόσημα» ούτε λόγος.

Μεταξύ άλλων, ο νέος νόμος για την περιβαλλοντική αδειοδότηση, που ψηφίστηκε στις 9/9/2011, προβλέπει ότι όσα έργα και δραστηριότητες χαρακτηρίζονται από τοπικές μόνο επιπτώσεις στο περιβάλλον εντάσσονται στην κατηγορία Β, απαλλάσσονται από τη διαδικασία των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και υπόκεινται σε γενικές προδιαγραφές, όρους και περιορισμούς, οι οποίοι χορηγούνται αυτόματα από την αρμόδια υπηρεσία βάσει της δήλωσης του μελετητή ή του φορέα του έργου. Και επειδή η υπηρεσία μπορεί …να μην προλαβαίνει, ο νόμος δίνει τη δυνατότητα αξιολόγησης των μελετών από πιστοποιημένους ιδιώτες, οι οποίοι θα εισηγούνται στους αρμόδιους το σχέδιο απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων.

Τώρα γιατί οι τοπικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις δεν είναι σημαντικές, και πως, στην ελληνική πραγματικότητα, ελέγχονται οι ιδιώτες είναι …άλλο θέμα.

Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και τα Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Δημοσίων Ακινήτων (ΕΣΧΑΔΑ) που θεσμοθετήθηκαν με τον ν. 3986/2011.

Τα ΕΣΧΑΔΑ, θα καταρτίζονται και θα εγκρίνονται για τον καθορισμό του χωρικού προορισμού των δημοσίων ακινήτων. Θα περιλαμβάνουν και τους περιβαλλοντικούς όρους του ακινήτου και θα αποτελούν ένα ιδιαίτερα προστατευμένο πλαίσιο, θεσμικά και νομικά, ακόμα και έναντι προσφυγών και άλλων ένδικων ή μη διαδικασιών παρεμπόδισης των επενδύσεων που θα εγκρίνει και θα προωθεί το Ταμείο Δημόσιας Περιουσίας.

Έτσι λοιπόν, με Π.Δ. θα μπορούν να τροποποιούνται εγκεκριμένα ρυμοτομικά σχέδια και σχέδια πόλεως, πολεοδομικές μελέτες ή και να καθορίζονται ειδικές χρήσεις γης και ειδικοί όροι και περιορισμοί δόμησης για τα εντός σχεδίου πόλεως δημόσια ακίνητα, ακόμη και κατά παρέκκλιση από τους ισχύοντες στην περιοχή όρους και περιορισμούς δόμησης, καθώς και από τις διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού.

Θα επιτρέπεται, ακόμη, η χρησιμοποίηση δημοσίων ακινήτων που προστατεύονται από την περιβαλλοντική και αρχαιολογική νομοθεσία, με τον περιορισμό (!) ότι η επένδυση πραγματοποιείται σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και περιορισμούς που θέτουν οι σχετικές διατάξεις.

Υπάρχει ακόμα και ειδική ρύθμιση για αιγιαλό, καθώς θα επιτρέπεται και η απευθείας παραχώρηση στον κύριο της επένδυσης ή στον έλκοντα εξ αυτού δικαιώματα, της χρήσης αιγιαλού και παραλίας και του δικαιώματος εκτέλεσης, χρήσης και εκμετάλλευσης λιμενικών έργων ή επέκτασης, ήδη υφιστάμενων στην περιοχή, λιμενικών εγκαταστάσεων. Η παραχώρηση γίνεται για χρονικό διάστημα έως 50 ετών.

Τελευταία συζητείται επίσης, όλο και πιο συχνά, η δημιουργία Ειδικών (ή Ελεύθερων) Οικονομικών Ζωνών (ΕΟΖ), ακούγεται μάλιστα και από κοινοτικά χείλη (το πρότεινε ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Όλι Ρεν στις 31/10/11), έστω και αν αυτό συγκρούεται με το Κοινοτικό δίκαιο.

Οι ΕΟΖ είναι περιοχές στις οποίες ισχύουν ευνοϊκές (φορολογικές, διοικητικές, τελωνειακές, εργατικές κλπ) συνθήκες για τους επενδυτές, και δημιουργούνται κυρίως σε αναπτυσσόμενες χώρες για την εκμετάλλευση της φτηνής εργασίας. Σε αυτές οι χωροταξικοί και περιβαλλοντικοί περιορισμοί είναι ελάχιστοι, ενώ οι επενδύσεις δεν θα εμποδίζονται από προσφυγές, ένδικα μέσα, κ.λπ – όπως και για τα ΕΣΧΑΔΑ. Αντιλαμβάνεστε ότι αν ισχύσει κάτι τέτοιο οι επιπτώσεις για την ελληνική φύση μπορεί να είναι τεράστιες, καθώς η δημιουργία ΕΟΖ προτείνεται κατά προτεραιότητα σε περιφέρειες που φιλοξενούν τις πιο σημαντικές περιοχές της χώρας μας, όπως η Θράκη, η Ανατολική και Δυτική Μακεδονία και η Ήπειρος.

Σημειώστε ότι το Περιφερειακό Συμβούλιο Πελοποννήσου ήδη ενέκρινε, στα τέλη Νοεμβρίου, την εξουσιοδότηση του Περιφερειάρχη για να ξεκινήσει διερευνητική διαδικασία για την δημιουργία Ελεύθερης Οικονομικής Ζώνης στην Πελοπόννησο.

Τέλος, στο ίδιο πλαίσιο ενεργειών εντάσσεται και η υφαρπαγή των πόρων του Πράσινου Ταμείου.

Το Πράσινο Ταμείο ιδρύθηκε με τον ν. 3889/2010, ο οποίος δημιούργησε και το απαραίτητο νομικό-συνταγματικό υπόβαθρο που επέτρεψε να εφαρμοστούν ρυθμίσεις όπως η τακτοποίηση των ημιυπαίθριων χώρων και των αυθαιρέτων. Ο νόμος προέβλεπε ότι οι πόροι που εισπράττονται από τις ρυθμίσεις για τους ημιυπαίθριους και τα αυθαίρετα, αλλά και από την εμπορία ρύπων και την είσπραξη προστίμων για περιβαλλοντικά αδικήματα, θα αποδίδονται στο περιβάλλον.

Γέννησε έτσι πολλές ελπίδες ότι, επί τέλους, η διάθεση πόρων σε αστικές και περιαστικές αναπλάσεις (στο πλαίσιο του «περιβαλλοντικού ισοζυγίου» της ρύθμισης για τους ημιυπαίθριους), σε ενεργειακές αναβαθμίσεις κτιρίων και σε αποκαταστάσεις υποβαθμισμένων βιοτόπων θα έδινε την απαραίτητη ώθηση σε «πράσινες» οικονομικές δραστηριότητες που στην Ελλάδα παραμένουν πολύ περιορισμένες.

Και όμως, με μια προσθήκη της τελευταίας στιγμής στο πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών που ψηφίστηκε στις 25/10/2011 (ν. 4029/2011, άρθρο 39, παρ. 6), προβλέπεται ότι το 95% των ετήσιων πόρων του Πράσινου Ταμείου θα διοχετεύεται στον κρατικό προϋπολογισμό και μόλις το 5% θα αξιοποιείται για τους σκοπούς για τους οποίους θεσπίστηκε. Το ίδιο προφανώς ισχύει και για τους πόρους του Ειδικού Φορέα Δασών, που ενσωματώθηκε στο Πράσινο Ταμείο και χρηματοδοτεί τις απαραίτητες ενέργειες για τη δασική προστασία και διαχείριση.

Η απαράδεκτη αυτή τροπολογία στην πράξη αδρανοποιεί το Πράσινο Ταμείο και αποδεικνύει ανειλικρινείς τις δεσμεύσεις του Υπουργού ΠΕΚΑ ότι τα πρόστιμα από την «τακτοποίηση» των αυθαιρέτων θα διατεθούν για αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημιάς που έχει προκληθεί. Επιπρόσθετα, απόφαση του ΣτΕ καθορίζει ότι οι πόροι που εισπράχθηκαν από τη ρύθμιση των ημιυπαίθριων πρέπει να διατεθούν για αστικές αναπλάσεις και τη διατήρηση περιβαλλοντικού ισοζυγίου. Έτσι, η νέα ρύθμιση γεννά σοβαρά ερωτήματα για τη νομιμότητά της, δημιουργεί νομικά προβλήματα, καθώς οι ρυθμίσεις αυθαίρετων ενδέχεται να καταπέσουν με προσφυγές στο ΣτΕ και, φυσικά, στερεί τη δυνατότητα για ουσιαστικές περιβαλλοντικές παρεμβάσεις. Τα θέματα αυτά δεν φαίνεται να απασχολούν ιδιαίτερα τον Υπουργό ΠΕΚΑ, καθώς δεν τα έχει καν σχολιάσει, ούτε έχει απαντήσει στην επιστολή που του απέστειλαν σχετικά οι περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Η επιστολή αυτή ήταν μία από πολλές που έχουν απευθύνει οι περιβαλλοντικές ΜΚΟ, με σχόλια και προτάσεις για αυτά τα σχέδια νόμων, στα αρμόδια υπουργεία, τονίζοντας ότι η ανάγκη για έξοδο από την οικονομική κρίση δεν νομιμοποιεί την υπερπήδηση του καθεστώτος περιβαλλοντικής προστασίας ούτε την υποβάθμιση της φύσης και της ποιότητας ζωής όλων μας.

Δυστυχώς, δεν φαίνεται να μας ακούει κανείς.