From bad to worse?

ΚΑΘΕ ΠΕΡΣΥ ΚΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ;

 

 

Δυστυχώς, τη χρονιά που πέρασε και ιδιαίτερα στο δεύτερο εξάμηνο, μετά τις εκλογές, μαζί με τις κοινωνικά επώδυνες οικονομικές πολιτικές, δρομολογήθηκαν και θεσμοθετήθηκαν και σημαντικές αλλαγές στην περιβαλλοντική νομοθεσία, ενώ το ΥΠΕΚΑ πολύ λίγο φαίνεται να ασχολείται με το περιβάλλον.

Ενδεικτικά είχαμε:

  • Επιδείνωση τού καθεστώτος παραχώρησης δημοσίων φυσικών εκτάσεων με τον νόμο 4092/2012 (ΦΕΚ Α’ 220/08-11-2012). Με τις τροποποιήσεις που εισάγει ο νόμος αυτός, η οικολογικά ευαίσθητη και οικονομικά πολύτιμη παρόχθια ζώνη και ο αιγιαλός μπορούν πλέον, με συνοπτικές διαδικασίες και κατά παρέκκλιση από την ισχύουσα νομοθεσία, να παραχωρούνται για κατασκευή λιμενικών και τουριστικών εγκαταστάσεων. Επίσης, ανατρέπεται η πολεοδομική νομοθεσία για κατά παραγγελία χωροθέτηση «παραθεριστικών χωριών» αμφίβολης οικονομικής αξίας για τις τοπικές κοινωνίες και την εθνική οικονομία, και αυξάνονται οι κίνδυνοι για περαιτέρω περιβαλλοντική υποβάθμιση της υπαίθρου.
  • Περαιτέρω συρρίκνωση του Πράσινου Ταμείου. Ενώ ο ιδρυτικός νόμος του Ταμείου προέβλεπε τη διάθεση του συνόλου των πόρων του για περιβαλλοντικές δράσεις, με νόμο τού 2011 καθορίστηκε ότι το Ταμείο δικαιούται να εκταμιεύει μόνο το 5% των διαθεσίμων του ανά έτος. Δυστυχώς, μέσα από πρόσφατη πράξη νομοθετικού περιεχομένου (ΦΕΚ Α’ 229/2012), το ποσοστό αυτό μειώθηκε σε 2,5%. Έτσι, το Πράσινο Ταμείο αδυνατεί να ανταποκριθεί σε θεσμικά δεσμευτικές υποχρεώσεις του, όπως, για παράδειγμα, οι αστικές αναπλάσεις για την εξισορρόπηση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης από την «τακτοποίηση» αυθαιρέτων κτισμάτων και λοιπών πολεοδομικών παραβάσεων, αλλά και στις τεράστιες ανάγκες στήριξης των κρατικών υπηρεσιών για δασοπροστασία και διαχείριση τού φυσικού περιβάλλοντος, κ.ά.
  • Υποβάθμιση τού καθεστώτος περιβαλλοντικής αδειοδότησης τουριστικών επενδύσεων σε προστατευόμενες περιοχές. Σύμφωνα με πρόσφατη σχετική ΚΥΑ, οι μικρές τουριστικές εγκαταστάσεις που υπάγονται στη Β’ κατηγορία έργων θα κατασκευάζονται πλέον χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση και με διαδικασίες εξπρές. Αυτή η απαλλαγή από την περιβαλλοντική αδειοδότηση αφορά σχεδόν το 85% των τουριστικών εγκαταστάσεων στη χώρα μας, από ξενοδοχειακά καταλύματα μέχρι θεματικά πάρκα, ακόμα και …ζωολογικούς κήπους. Αρμόδια υπηρεσία αδειοδότησης είναι ο ΕΟΤ που υποχρεούται να εκδώσει την άδεια με βάση τη δήλωση του επενδυτή, εντός 20 ημερών (!) από την υποβολή της. Αν το έργο υλοποιείται σε προστατευόμενη περιοχή, απαιτείται μόνο η υποβολή Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (!), ή σχετική απόφαση του Περιφερειάρχη με τυχόν πρόσθετους όρους. Μόνη ασφαλιστική δικλείδα οι ποινικές, αστικές και διοικητικές κυρώσεις που (ενδεχομένως) θα υποστεί ο φορέας του έργου σε περίπτωση ανακριβούς ή ψευδούς δήλωσης.
  • Σοβαρές καθυστερήσεις στην εφαρμογή κρίσιμων πολιτικών της ΕΕ. Χαρακτηριστική είναι η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην εκπόνηση των σχεδίων διαχείρισης της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και η απώλεια της πρώτης περιόδου (2009-2015) εφαρμογής των προβλεπόμενων μέτρων  για την επίτευξη της καλής κατάστασης των υδάτων. Επίσης αδικαιολόγητη είναι η καθυστέρηση στην εκπλήρωση των προϋποθέσεων της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ και συγκεκριμένα στον καθορισμό στόχων διατήρησης για τις περιοχές Natura 2000.
  • Αστάθεια και αβεβαιότητα στην οικονομική πολιτική για την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Με τον νόμο 4093/2012 η έκτακτη «εισφορά αλληλεγγύης» επεκτάθηκε, πέραν των φωτοβολταϊκών, και στις υπόλοιπες τεχνολογίες (αιολικά, βιοκαύσιμα, υδροηλεκτρικά, κ.ά.) ενώ με απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ μπορεί να παραταθεί, για ένα ακόμη έτος, η υποχρέωση καταβολής της.
  • Συνεχιζόμενη αποδυνάμωση των κρατικών περιβαλλοντικών υπηρεσιών, οι οποίες αδυνατούν να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες για επαρκείς και έγκαιρες περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις, για αδειοδοτήσεις και γνωμοδοτήσεις επί έργων και δραστηριοτήτων, αλλά και για αντιμετώπιση και πάταξη του περιβαλλοντικού εγκλήματος. Τους τελευταίους μήνες, ιδιαίτερα, παρατηρείται σημαντική αύξηση παράνομων δραστηριοτήτων όπως η λαθροθηρία. Τεράστια είναι πλέον και η έκταση της λαθροϋλοτομίας λόγω της αυξημένης ζήτησης καυσόξυλων, που καταγράφεται σε δάση όλης της χώρας, ακόμα και σε …αστικά άλση και πάρκα.
  • Απουσία της Ελλάδας από κρίσιμες διεθνείς διαπραγματεύσεις, όπως η παγκόσμια διάσκεψη για το κλίμα στη Ντόχα του Κατάρ (26/11-7/12 2012). Το ΥΠΕΚΑ φαίνεται πως αδιαφορεί για τα θέματα ενέργειας και την ορθή προώθηση των ΑΠΕ, καθώς και για την ανάγκη θωράκισης της χώρας και των πλουτοπαραγωγικών δραστηριοτήτων της από τις πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Και σίγουρα δεν ενδιαφέρεται για τις ευκαιρίες διεθνών συνεργασιών με στόχο την ανάπτυξη πράσινης επιχειρηματικότητας και καινοτομίας που προκύπτουν κατά τις διεθνείς διαπραγματεύσεις για την κλιματική αλλαγή.

Ανάμεσα σε αρκετά ακόμα θέματα, αξίζει να αναφερθεί και η έγκριση σεισμικών ερευνών για υδρογονάνθρακες στον σημαντικότερο βιότοπο της Μεσογείου για τα κητώδη, δίχως τήρηση των προβλεπόμενων από το ευρωπαϊκό και διεθνές περιβαλλοντικό δίκαιο διαδικασιών για την μείωση των επιπτώσεων σε απειλούμενα είδη θαλάσσιων θηλαστικών και, φυσικά, η κατάργηση Φορέων Διαχείρισης.

Το θέμα αυτό επανήλθε πρόσφατα (δείτε και παλαιότερο σχόλιο στο τεύχος 125), καθώς με σχέδιο νόμου προωθείται η κατάργηση ή συγχώνευση 24 από τους 29 ΦΔ προστατευόμενων περιοχών, χωρίς σχεδιασμό, χωρίς εγγυήσεις για τη σωστή διαχείριση των αντίστοιχων περιοχών και, κυρίως, χωρίς κανένα οικονομικό όφελος για το δημόσιο.

Συγκεκριμένα, δεν προκύπτει οικονομία καθώς το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών των ΦΔ καλύπτεται από ευρωπαϊκούς πόρους, κυρίως από το ΕΣΠΑ (συνολικά περίπου 100 εκ. €), ενώ τα διοικητικά τους συμβούλια δεν είναι αμειβόμενα. Η μελλοντική χρηματοδότηση των ΦΔ διασφαλίζεται μόνο εν μέρει, ενώ οι προτεινόμενες αλλαγές πιθανώς θα οδηγήσουν σε απώλεια πολύτιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων.

Δεν αποδεικνύεται η επίτευξη πιο αποτελεσματικής προστασίας και διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών. Αντίθετα, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις φαίνεται να αγνοούν πλήρως τον ρόλο των ΦΔ στις προστατευόμενες περιοχές, τις διαφορετικές απαιτήσεις διαχείρισης και προστασίας τους, αλλά και τις αναπτυξιακές δυνατότητες των περιοχών που προστατεύονται αποτελεσματικά. Ακόμα και στην περίπτωση παρόμοιων οικοσυστημάτων, όπως είναι οι υγρότοποι της δυτικής Ηπείρου και του Μεσολογγίου, η προσέγγιση για κάθε περίπτωση διαφέρει ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αλλά και τις δραστηριότητες σε κάθε περιοχή. Επιπλέον, με την απομάκρυνση, σε πολλές περιπτώσεις, της έδρας των ΦΔ από τις προστατευόμενες περιοχές, προωθείται μια συγκεντρωτική προσέγγιση που είναι αντίθετη με τις ανάγκες για συμμετοχική διαχείριση και συνεχή διαβούλευση σε τοπικό επίπεδο.

Επίσης, δεν εξασφαλίζεται ότι οι υπηρεσίες της αποκεντρωμένης διοίκησης ή των περιφερειών, οι οποίες θα αναλάβουν περιοχές των οποίων οι ΦΔ καταργούνται, είναι στελεχωμένες με επαρκές και καταρτισμένο προσωπικό για να αναλάβει το δύσκολο και σύνθετο έργο της διαχείρισης.

Τέλος, οι προωθούμενες αλλαγές δεν αντιμετωπίζουν βασικές υποχρεώσεις της χώρας, αφού καλύπτουν μόνο τις περιοχές που υπάγονται στην αρμοδιότητα των 29 ΦΔ (περίπου το 25% του δικτύου Natura 2000) και όχι το σύνολό τους. Η προστασία του συνόλου των περιοχών του δίκτυου αποτελεί υποχρέωση της χώρας βάσει της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, ενώ η προθεσμία για την υποβολή των στόχων διατήρησης ανά περιοχή έχει ήδη εκπνεύσει.

Δυστυχώς, για μια ακόμα φορά, η αξιοποίηση του φυσικού περιβάλλοντος και η βιώσιμη ανάπτυξη αντί να γίνουν κινητήρια δύναμη για έξοδο από την κρίση μπήκαν στο περιθώριο. Θετικές περιβαλλοντικές πολιτικές, που κερδήθηκαν με κόπο τα τελευταία χρόνια, ακυρώνονται ραγδαία, στο όνομα ανέφικτων βραχυπρόθεσμων οικονομικών στόχων. Τελικό αποτέλεσμα: ζημία του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και της υγιούς επιχειρηματικότητας και της κοινωνίας, και μείωση των πιθανοτήτων για οικολογικά, κοινωνικά και οικονομικά βιώσιμη διέξοδο από την κρίση.