Acheloos; twenty years later…

ΕΙΚΟΣΙ ΧΡΟΝΙΑ ΑΧΕΛΩΟΣ

 

 

Αν και τα σχέδια, H έναρξη των διαδικασιών και οι πρώτες μελέτες για την εκτροπή του Αχελώου χρονολογούνται στα μέσα της δεκαετίας του 1980, οι ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας που εμπόδισαν για πρώτη φορά το έργο εκδόθηκαν τον Ιούλιο 1994 (2759 και 2760).

Τότε, το αρμόδιο Ε’ Τμήμα, με πρόεδρο τον Μ. Δεκλερή, έκανε δεκτές τις αίτησεις της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρίας, της Ελληνικής Εταιρίας για την Προστασία του Περιβάλλοντος και της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και του WWF Ελλάς για ακύρωση των ΚΥΑ 16058/9-10-1991 και 61414/21-4-1992. Με αυτές είχαν εγκριθεί περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή και λειτουργία αφ’ ενός μεν σήραγγας μήκους 18,5 χιλιομέτρων για τη διοχέτευση υδάτων του Αχελώου προς τη Θεσσαλία, αφ’ ετέρου δε φραγμάτων και των αντίστοιχων ταμιευτήρων καθώς και όλων των συναφών έργων στους νομούς Τρικάλων και Καρδίτσας.

Σύμφωνα με το σκεπτικό των δικαστών, για ένα τόσο «… σύνθετο και πολύπλοκο τεχνικό έργο μεγάλης κλίμακας με επιπτώσεις που μπορούν να προκαλέσουν σοβαρή και ανεπανόρθωτη βλάβη στο φυσικό περιβάλλον …» δεν επαρκούσαν οι ξεχωριστές ΜΠΕ για κάθε επιμέρους έργο και θα έπρεπε να γίνει συνολική μελέτη, και για τις δύο λεκάνες, «… στην οποία με την κατάλληλη επιστημονική μέθοδο θα συσχετίζονται και θα συνεκτιμώνται οι προεκτεθείσες επίμέρους συνέπειες καθώς και οι εντεύθεν απώτερες συνέπειες για το περιβάλλον προς εξεύρεση και αξιολόγηση της συνολικής επίδρασης του έργου στο περιβάλλον από την αλλοίωση του υδρολογικού ισοζυγίου μεταξύ Δυτικής Ελλάδας και Θεσσαλίας …»   Μόνο με τέτοια συνθετική μελέτη θα μπορούσαν «… να διαγνωστούν σε   όλη   τους   την   έκταση   οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εκτροπής και ενόψει αυτών, αφενός μεν να κριθεί αν είναι κάν επιτρεπτή η εκτέλεση του έργου ή αν τούτο αποκλείεται λόγω βλάβης του περιβάλλοντος, αφετέρου δε να εκτιμηθεί η αναγκαιότητα του έργου …»

Ήταν δύο ιστορικές αποφάσεις, οι οποίες εξέφραζαν το συντονισμό των κανόνων του Συντάγματος (άρθρο 24), των διεθνών συνθηκών και του ευρωπαϊκού δικαίου. Είχαν τότε καταλυτικές συνέπειες για την έννομη τάξη και την αναπτυξιακή στρατηγική, κατέστησαν το ΣτΕ αιχμή της προστασίας του περιβάλλοντος στην Ελλάδα και, παράλληλα, σηματοδότησαν τον εξευρωπαϊσμό του δικαίου περιβάλλοντος και την πλήρη εφαρμογή των κανόνων του κοινοτικού δικαίου για την επίτευξη της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης σε σημαντικά για την εθνική οικονομία έργα υποδομής.

Είκοσι ολόκληρα χρόνια αργότερα, το ΣτΕ, με την απόφαση 26/2014 της Ολομέλειάς του, έκανε δεκτούς, για πολλοστή φορά, όλους τους λόγους ένστασης των περιβαλλοντικών οργανώσεων και των φορέων που αντιτίθενται στην εκτροπή του Αχελώου.

Σημειώστε ότι έχουν μεσολαβήσει οι ακόλουθες ακυρωτικές αποφάσεις:

Απόφαση 3478/2000. Η Ολομέλεια του ΣτΕ ακύρωσε την ΚΥΑ 23271/15-12-1995 περί έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων των έργων. Η απόφαση αυτή βασίστηκε στο ότι δεν διερευνήθηκαν εναλλακτικές λύσεις ως προς τον αριθμό, το μέγεθος και τη διάρθρωση των έργων που είναι απαραίτητα για την εκτροπή, ενώ δεν ελήφθησαν και επαρκή μέτρα προστασίας της Ιεράς Μονής Αγ. Γεωργίου Μυροφύλλου. Λόγω της θέσης και της μνημειακής του αξίας ο ναός του Αγίου Γεωργίου Μυροφύλλου, όφειλε να υπαχθεί στο εξειδικευμένο, αυστηρό προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης της Γρανάδας, κάτι που δεν είχε γίνει. Στην απόφαση αυτή έγινε ξανά αναφορά στην αρχή της πρόληψης, όπως αυτή προκύπτει από το άρθρο 24 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία τα όργανα του Κράτους έχουν την υποχρέωση να λαμβάνουν όχι μόνο κατασταλτικά αλλά και προληπτικά τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος.

Απόφαση 1688/2005. Η Ολομέλεια του ΣτΕ ακύρωσε την ΚΥΑ 131957/19-3-2003 περί έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων των έργων, δεχόμενη ότι δεν υπήρξε σχεδιασμός για τη διαχείριση των υδάτων, όπως προβλέπεται από τις σχετικές Οδηγίες τη ΕΕ. Στην απόφαση τονιζόταν ότι ένα τόσο πολύπλοκο εγχείρημα, εθνικής εμβέλειας, με τέτοιο εύρος και συνέπειες, δεν μπορεί, κατά την έννοια του νόμου, παρά να είναι προϊόν ολοκληρωμένης διαδικασίας προγραμματισμού και όχι να στηρίζεται σε προσωρινά υποκατάστατα της διαδικασίας αυτής για μεταφορά ύδατος από ένα υδατικό διαμέρισμα σε άλλο.

Επίσης ακυρώθηκε και απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού με την οποία εγκρίθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3028/2002 η Συμπληρωματική ΜΠΕ/2002 για την κατασκευή και λειτουργία των επίμαχων έργων μερικής εκτροπής από πλευράς αρχαιολογικού νόμου

Ιδιαίτερη μνεία γινόταν για το αν έπρεπε ή όχι να συνεχιστεί το έργο. Η αιτιολογία ήταν ότι το έργο είχε σχεδιασθεί αρχικά ως «μεγάλη εκτροπή» (ταμιευτήρες στη Μεσοχώρα, τη Συκιά, την Πύλη και το Μουζάκι και σήραγγα εκτροπής), περιορίσθηκε μετά την πρώτη ακυρωτική απόφαση σε «μερική εκτροπή» (ταμιευτήρες στη Μεσοχώρα και τη Συκιά και σήραγγα εκτροπής), όμως στην Συμπληρωματική ΜΠΕ/2002 αναφερόταν και πάλι κατασκευή των Ταμιευτήρων Πύλης και Μουζακίου. Το ΣτΕ με την απόφαση αυτή ζήτησε τον οριστικό τερματισμό όλων των εργασιών.

Απόφαση 3053/2009. Η Ολομέλεια του ΣτΕ ανέβαλε την οριστική κρίση αναφορικά με την νομιμότητα του συνολικού έργου της εκτροπής υδάτων του ποταμού Αχελώου και παρέπεμψε το θέμα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) . Συγκεκριμένα απέστειλε 14 προδικαστικά ερωτήματα καθώς προέκυπταν εξαιρετικά σοβαρά ζητήματα εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ (δείτε σχετικά «Η Φύση», τεύχος 141).

Η τελευταία απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, μετά την συνεκτίμηση των απαντήσεων του ΔΕΕ, διαφοροποιείται από όλες τις προηγούμενες. Για πρώτη φορά το Δικαστήριο έκρινε, όχι μόνο βάσει της επάρκειας των μελετών, της τήρησης των νόμων και των Οδηγιών, κ.λπ., αλλά και ευθέως για την ουσία του έργου, ιδιαίτερα σε σχέση με την βιώσιμη ανάπτυξη[1].

Ειδικότερα, το Δικαστήριο αξιολόγησε συνολικά τα στοιχεία που είχαν υποβάλει όλα αυτά τα χρόνια οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, και τα θεώρησε επαρκή και αποκαλυπτικά ως προς τη θεμελίωση της παραβίασης βασικών κανόνων της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία και την ορθολογική αξιοποίηση των υδάτων ως φυσικών πόρων, αλλά και την προστασία των φυσικών οικοτόπων και της άγριας πανίδας ως στοιχείων του οικοσυστήματος. Βάσει αυτών και κατ’ επίκληση των διδαγμάτων της κοινής πείρας διαπίστωσε ευθέως την εκτεταμένη και μη επανορθώσιμη περιβαλλοντική βλάβη που προξενεί το έργο αυτό, βλάβη προδήλως δυσανάλογη προς το προσδοκώμενο όφελος, η οποία είναι αδύνατον να αποτραπεί ή να μετριασθεί.

Τονίζεται ότι η κρίση αυτή του ΣτΕ δεν αφορά μόνο το έργο με το συγκεκριμένο σχεδιασμό και τα τεχνικά χαρακτηριστικά που είχε κατά τον τελευταίο έλεγχο νομιμότητάς του. Στην περίπτωση αυτή, θα αρκούσε για την ακύρωσή του η διαπίστωση απλώς των ειδικότερων ελλείψεων των σχετικών μελετών.

Αντίθετα, το Δικαστήριο, με αφετηρία τα πορίσματα της νομολογίας που αναπτύχθηκε τα τελευταία είκοσι χρόνια με αφορμή το έργο αυτό και τη σωρευμένη γνώση που απέκτησε από τον έλεγχο νομιμότητας των αλλεπάλληλων προσπαθειών αδειοδότησής του, θεώρησε ότι διέθετε πλέον τα δέοντα στοιχεία που του επέτρεπαν να προβεί στην ολοκληρωμένη αποτίμησή του, ώστε να δώσει συνολική και τελική απάντηση για το αν το επίμαχο εγχείρημα είναι συμβατό με την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης.

Και η απάντηση είναι ένα κραυγαλέο ΟΧΙ, και μάλιστα για όλες τις ποικίλες μορφές σχεδιασμού του έργου από το 1986 μέχρι σήμερα. Ως εκ τούτου, μετά την απόφαση αυτή του ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας, δεν υπάρχει περιθώριο επανασχεδιασμού και επανέγκρισης του έργου της εκτροπής.

Και αυτό θα περιμέναμε να είναι το αίσιο τέλος ενός μακρού και επίπονου αγώνα.

Σε μια φυσιολογική χώρα ίσως ….

Στη χώρα που ζούμε, αμέσως μετά την ανακοίνωση της απόφασης, το Υπουργείο Ανάπτυξης προωθησε την εκπόνηση «οικολογικής μελέτης βάσης» στην περιοχή των έργων της εκτροπής για την επικαιροποίηση του σχεδιασμού των έργων (δείτε σχετικά και «Η Φύση», τεύχος 141). Η μελέτη, που θα ολοκληρωθεί ως το τέλος του 2014, είχε ήδη ανατεθεί τον Δεκέμβριο του 2013 όταν ήταν ήδη γνωστή η απόφαση του ΣτΕ, χωρίς να έχει ακόμα καθαρογραφεί.

Επίσης, στις 18 Σεπτεμβρίου 2014, εγκρίθηκαν από το ΥΠΕΚΑ τα Σχέδια Διαχείρισης Υδατικών Πόρων Δυτικής Στερεάς Ελλάδας και Θεσσαλίας, τα οποία εκκρεμούσαν για χρόνια. Στα σχέδια αυτά περιλαμβάνεται …η εκτροπή του Αχελώου. Μάλιστα τα δεδομένα σχεδιασμού και λειτουργίας των έργων εκτροπής στα εγκριθέντα σχέδια διαχείρισης έχουν τροποποιηθεί, καθώς αφορούν εκτροπή 250 εκατομμύρια μ3, ποσότητα που ουδέποτε είχε αναφερθεί και για την οποία δεν έχει προηγηθεί οποιαδήποτε μελέτη και περιβαλλοντική αδειοδότηση.

Αμετακίνητη θέση των περιβαλλοντικών οργανώσεων είναι ότι, σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ, οποιαδήποτε αναφορά στην εκτροπή θα πρέπει να απαλειφθεί και τα Σχέδια διαχείρισης να επανεγκριθούν.

Η συνέχεια και πάλι στα δικαστήρια.

 

[1] Σύμφωνα με τη νομολογία της Ολομέλειας του ΣτΕ, «παράβαση της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης μπορεί να ελεγχθεί ευθέως από τον ακυρωτικό δικαστή μόνο αν από τα στοιχεία της δικογραφίας και με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας προκύπτει ότι η προκαλούμενη από το έργο βλάβη για το περιβάλλον είναι μη επανορθώσιμη και έχει τέτοια έκταση και συνέπειες ώστε προδήλως να αντιστρατεύεται την ανωτέρω αρχή» (σχετικές αποφάσεις: 462-3/2010, 613/2002, 3478/2000, 1990/2007, 4491/2009, 293/2009).